Show simple item record

dc.contributor.advisorΛιμνιώτης, Κωνσταντίνος
dc.contributor.authorΚαλλίνης, Χρήστος
dc.contributor.otherKallinis, Christos
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2023-02-08T07:18:15Z
dc.date.available2023-02-08T07:18:15Z
dc.date.copyright2023-02-06
dc.date.issued2022-11
dc.identifier.otherΑΥΔ/2022/00110el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/5486
dc.descriptionΠεριέχει βιβλιογραφικές παραπομπές.el_GR
dc.description.abstractΗ παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή ασχολείται με τεχνικές ανίχνευσης υλικού σεξουαλικής κακοποίησης ή/και παρενόχλησης παιδιών και με τα τεχνολογικά και ηθικά ζητήματα που προκύπτουν. Επικεντρώνεται στην «End-to-End κρυπτογράφηση» (E2EE) γιατί είναι η πιο ασφαλής μέθοδος και δυσχεραίνει πολύ την ανίχνευση τέτοιου υλικού, καθώς επιτρέπει στους κακοποιούς να αποκρύψουν από τις Αρχές το παράνομο περιεχόμενο που διακινούν, την ταυτότητά τους και τα ψηφιακά τους ίχνη. Ως εκ τούτου, οι Αρχές επιβολής του νόμου «διαμαρτύρονται» στις κυβερνήσεις των χωρών τους ότι με την Ε2Ε κρυπτογράφηση, το έργο της καταπολέμησης αυτού του είδους εγκλήματος καθίσταται εξαιρετικά δύσκολο και ζητούν μέτρα παράκαμψής της ή ακόμα και απαγόρευση της διάθεσής της για το ευρύ κοινό. Σε αρκετές περιπτώσεις οι κυβερνήσεις συμφώνησαν και πέρασαν νέους νόμους με περιορισμούς στη χρήση της Ε2ΕΕ, ξεσήκωσαν όμως σφοδρές αντιδράσεις από άτομα και φορείς υπέρ της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από οποιαδήποτε προσπάθεια παραβίασης. Διατείνονται ότι οι νόμοι αυτοί θα παραβιάσουν τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα της «Ιδιωτικότητας», του «Απορρήτου των Επικοινωνιών» κ.α., καθώς θεωρούν σίγουρο ότι οι τεχνικές ανίχνευσης CSAM θα χρησιμοποιηθούν από κυβερνήσεις και για άλλους σκοπούς, εκμεταλλευόμενες «κερκόπορτες» που θα υπάρχουν στην κρυπτογράφηση. Η διατριβή παρουσιάζει τα σχετικά ισχύοντα νομικά πλαίσια στην Ε.Ε, τις Η.Π.Α. και άλλες χώρες, καθώς και τα ηθικά ζητήματα που εγείρει η εφαρμογή τους. Επίσης περιγράφει συνοπτικά τις πιο σημαντικές τεχνικές που προτάθηκαν και αξιολογεί την αποτελεσματικότητά τους, την εφαρμοσιμότητα τους κ.α., αλλά και τους κινδύνους που ενδεχομένως απορρέουν από τη χρήση τους, για τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Διαπιστώθηκε μια τάση των κυβερνήσεων παγκοσμίως να επιβάλουν με νόμους στους Παρόχους την εσκεμμένη υποβάθμιση της Ε2ΕΕ στις επικοινωνίες προκειμένου να διευκολυνθεί η ανίχνευση CSAM, η οποία όμως, όπως ειπώθηκε, συναντά ισχυρές αντιδράσεις. Επίσης διαπιστώθηκε, ότι όντως υπάρχουν κάποιες αρκετά υποσχόμενες τεχνικές, αλλά απαιτείται σημαντική περαιτέρω έρευνα και εξέλιξή τους προκειμένου να καταστούν πιο αξιόπιστες, κάτι που προς το παρόν δεν ισχύει. Συμπερασματικά, καθώς και οι δύο πλευρές έχουν βάσιμα επιχειρήματα, εκτιμάται ότι η καλύτερη λύση θα είναι να υπάρξει σε παγκόσμιο επίπεδο ένα moratorium μεταξύ τους, ώστε να δοθεί στους ερευνητές ο απαραίτητος χρόνος, για να εξελίξουν πιο λειτουργικές και αξιόπιστες τεχνικές, που θα συνδυάζουν τα θετικά σημεία και των δύο πλευρών.el_GR
dc.format.extentvii, 82 σ. ; 30 εκ.el_GR
dc.languagegrel_GR
dc.language.isogrel_GR
dc.publisherΑνοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρουel_GR
dc.rightsinfo:eu-repo/semantics/closedAccessel_GR
dc.subjectΚρυπτογραφίαel_GR
dc.subjectEncryptionel_GR
dc.subjectEnd-to-End Encryptionel_GR
dc.titleΤεχνικές ανίχνευσης περιεχομένου σε κρυπτογραφημένες επικοινωνίες – Τεχνολογικά και Ηθικά ζητήματαel_GR
dc.typeΜεταπτυχιακή Διατριβήel_GR
dc.description.translatedabstractThis postgraduate dissertation deals with the detection techniques of Child Sexual Abuse Material (CSAM) and Child Grooming material, as well as the technical and ethical issues which arise from their use. It focuses on «End-to-End Encryption» (E2EE) since it is the most secure method of encryption and therefore, it is assumed to be a barrier for detecting such material, because it allows criminals to hide from the Law Enforcement Agencies (LEA) the material itself, their identity and their digital traces. Hence, the Law Enforcement Agencies of many countries “complain” to their governments that E2EE makes their task of fighting this kind of crime exceptionally difficult and ask for measures to circumvent it, or even ban its distribution for the general public. In several cases the governments concurred and passed new laws with limitations to the use of E2EE, but they triggered harsh reactions from people and foundations in favor of the protection of human rights from any violation attempt. They argue that these laws will violate the fundamental human rights of “Privacy”, the “Confidentiality of Communications” etc., as they consider certain that the CSAM detection techniques will be used by governments for other purposes too, exploiting “backdoors” that will exist in encryption. The dissertation presents the relevant legislation in effect in the EU, USA and other coun-tries, as well as the ethical issues raised by its application. It also describes concisely the most important proposed techniques and assesses their effectiveness, applicability etc., and the possible risks that may derive from their use, for the fundamental human rights. It was established that there is a tendency of governments worldwide, to impose by law to Providers the deliberate degradation of E2EΕ in communications, in order to facilitate the detection of CSAM, which is met, as already said, with strong resistance. It was also established that there are indeed some quite promising techniques, but significant further research and development is needed in order to make them more reliable, which is currently not the case. In conclusion, since both sides have valid arguments, it is considered that the best solution will be to establish a worldwide moratorium between them, in order to provide researchers with the necessary time, to develop techniques that are more operational and reliable and will combine the positive aspects of both views.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Files in this item

Thumbnail

This item appears in the following Collection(s)

Show simple item record