Η ανάδειξη της Ελληνικής Βιομηχανικής Κληρονομιάς και ο ρόλος της επικοινωνίας στην ανάπτυξη βιομηχανικού τουρισμού. Η περίπτωση του βιομηχανικού Ερειπιώνα Ερμούπολης
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2019-06Συγγραφέας
Κάρκα, Τατιάνα-Αρχοντία
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η βιομηχανική κληρονομιά αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς και πρωταρχικό στοιχείο για τη βιώσιμη ανάπτυξη μιας κοινωνίας. Για τη διατήρηση και προστασία της συστήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία η Διεθνής Επιτροπή Για το Διάλογο Για τη Βιομηχανική Κληρονομιά (TICCIH) και υπογράφτηκε η Χάρτα του Nizhny Tagil.
Η έννοια της βιομηχανικής κληρονομιάς εμφανίστηκε τον 20ο αιώνα όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι τα παλαιά βιομηχανικά κατάλοιπα αποτελούν υλικές μαρτυρίες ενώ το ενδιαφέρον για αυτή ξεκίνησε από την Αγγλία τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα που αν και δεν βίωσε τη βιομηχανική επανάσταση άλλων χωρών της Ευρώπης, εντούτοις διαθέτει μια πλούσια βιομηχανική κληρονομιά με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και αξίες που δυστυχώς παραμένει ακόμα και σήμερα άγνωστη στους Έλληνες ή μη αποδεκτή ως στοιχείο της ταυτότητάς τους. Η ελληνική βιομηχανία έκανε τα πρώτα της βήματα το β’ μισό του 19ου αιώνα όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας.
Η επιστήμη της βιομηχανικής αρχαιολογίας που προέκυψε από την ανάγκη μελέτης, αποτύπωσης και διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς, εμφανίστηκε στα τέλη του 50’ αρχές του 60’ σε Ευρώπη και ΗΠΑ και συνδέθηκε με τη συλλογική μνήμη και την προφορική μαρτυρία. Στην Ελλάδα εμφανίζεται τη δεκαετία του 80’ ως μια προσπάθεια καταγραφής και διάσωσης της βιομηχανικής κληρονομιάς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 90’ οι αλλαγές στη ζήτηση από πλευράς τουριστών, μαζί με άλλους παράγοντες, οδήγησαν σε μια τμηματοποίηση της αγοράς με αποτέλεσμα τη δημιουργία εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Ο βιομηχανικός τουρισμός πρωτοεμφανίστηκε στη Βορειοδυτική Ευρώπη ως αποτέλεσμα της Βιομηχανικής Επανάστασης και της ανάγκης των νέων για περισσότερη γνώση. Στην Ελλάδα για μια ακόμη φορά παραμένει κάτι το άγνωστο εξαιτίας κυρίως της έλλειψης υποδομών αλλά και του γεωγραφικού ανάγλυφου της χώρας.
Ο βιομηχανικός τουρισμός συμβάλλει στην τοπική ανάπτυξη σε κοινωνικό/περιβαλλοντικό και οικονομικό επίπεδο. Με μια σωστή διαχείριση μπορεί να οδηγήσει σε βιώσιμη ανάπτυξη ενός τόπου.
Για την προώθηση του βιομηχανικού τουρισμού σημαντικό ρόλο παίζει η πολιτιστική επικοινωνία και οι στρατηγικές πολιτιστικού marketing που θα εφαρμοστούν προκειμένου μια περιοχή με βιομηχανική κληρονομιά να γίνει πόλος έλξης.
Η περίπτωση της Ερμούπολης είναι ιδιαίτερη όχι μόνο γιατί διαθέτει πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και παράδοση, όπως ολόκληρο το νησί της Σύρου άλλωστε, αλλά και σπουδαία βιομηχανική κληρονομιά. Στο νησί εφαρμόστηκε ένα επιτυχημένο project από μια επιστημονική ομάδα που αφορούσε την ανάπλαση του Ερειπιώνα (Εικόνες 1,2) και άλλων βιομηχανικών κτιρίων της πόλης, την επανάχρηση, την ένταξη τους στο σύγχρονο αστικό ιστό και την ψηφιακή καταγραφή τους. Επίσης εφαρμόστηκε μια πολυεπίπεδη επικοινωνιακή πολιτική που είχε ως αποτέλεσμα το νησί να γίνει ακόμα πιο γνωστό για τη σύγχρονη ιστορία του και να προσεγγίσει εναλλακτικούς τουρίστες.
Από την έρευνα κοινού και τη συνέντευξη με την κυρία Μαυροειδή, επιβεβαιώθηκε το γεγονός ότι οι Έλληνες δεν γνωρίζουν τις έννοιες βιομηχανική κληρονομιά, βιομηχανική αρχαιολογία και βιομηχανικός τουρισμός και επίσης προέκυψε ότι τόσο το ενήλικο κοινό όσο και οι μαθητές θα επισκέπτονταν ένα βιομηχανικό μνημείο ύστερα από πρόταση φίλου/γνωστού.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως θα πρέπει να γίνουν συντονισμένες δράσεις από πλευράς κράτους και φορέων για την καλύτερη προβολή της ελληνικής βιομηχανικής κληρονομιάς.