Η χρηματοοικονομική κρίση στην Κύπρο και οι επιπτώσεις στον τομέα των ακινήτων
Abstract
Η Κυπριακή οικονομία μέχρι και το 2010 κατέγραφε μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης και αξιόλογους μακροοικονομικούς δείκτες σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Με την έναρξη της διεθνούς οικονομικής κρίσης το 2008, άρχισαν να εμφανίζονταν και στην Κύπρο οι πρώτες επιπτώσεις, οι οποίες ωστόσο δεν εκτιμήθηκαν σωστά με αποτέλεσμα να μην παρθούν μέτρα έγκαιρα. Οι πρώτες ανησυχίες ξεκίνησαν το 2010 λόγω της φθίνουσας πορείας των ξένων επενδύσεων και της μείωσης του ρυθμού ανάπτυξης, ενώ οι συνθήκες επιδεινώθηκα το 2012 με το κούρεμα του Ελληνικού Χρέους (Ελληνικά Ομόλογα), που είχε ως αποτέλεσμα τις μεγάλες οικονομικές ζημιές για τα κυπριακά τραπεζικά ιδρύματα. Το Μάρτιο του 2013 ακολούθησε το μεγάλο πλήγμα για την Κυπριακή οικονομία, με την υποχρεωτική συρρίκνωση των δυο μεγάλων τραπεζικών ιδρυμάτων (Τράπεζα Κύπρου και Λαϊκή), το κούρεμα καταθέσεων και την αυστηρή εφαρμογή περιοριστικών μέτρων στην διακίνηση κεφαλαίων.
Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν την Κύπρο να ζητήσει βοήθεια από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ως αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις ήταν τεράστιες, με αποτέλεσμα δυο βασικοί πυλώνες της οικονομίας να πληγούν ανεπανόρθωτα (χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και τομέας ακινήτων).
Ο Τομέας των Ακινήτων αποτελούσε διαχρονικά έναν από τους βασικούς στυλοβάτες της Κυπριακής οικονομίας με σημαντικά οφέλη για την κοινωνία καθώς και για το ίδιο το κράτος. Με αφετηρία την μεταπολεμική περίοδο του 1974 ο τομέας των ακινήτων και κυρίως ο κατασκευαστικός κλάδος συνείσφερε στην ανέγερση μεγάλου αριθμού κατοικιών για την στέγαση των προσφύγων, ενώ από το 1990 μέχρι και σήμερα θεωρείτο ένας από τους σημαντικούς παράγοντες για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων (με την ανέγερση μόνιμων και παραθεριστικών κατοικιών, καθώς και μεγάλων ενιαίων σύνθετων αναπτύξεων, όπως γηπέδων γκολφ, μαρίνες κ.α.). Απασχολούσε μεγάλο αριθμό εργαζομένων (40.000 άτομα) και είχε σημαντική συνεισφορά στο ΑΕΠ της Κύπρου (10%).
Η φθίνουσα πορεία του τομέα άρχισε το 2009 με την εμφάνιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης (μείωση ξένων επενδύσεων) και συνεχίστηκε με αυξητική τάση μέχρι και σήμερα λόγω της χρηματοοικονομικής κρίσης που έπληξε την Κύπρο. Ως αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών, ο αριθμός νέων αναπτύξεων μειώθηκε, μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων έχει τερματίσει την λειτουργία του, η απασχόληση συρρικνώθηκε, ενώ εκτιμάται ότι η δυναμική του τομέα μέσα σε διάστημα πέντε ετών μειώθηκε σχεδόν στο 50%. Η κρίση του τομέα έφερε στην επιφάνεια τα διαρθρωτικά προβλήματα που οφείλονται κυρίως στο χαμηλό επίπεδο επαγγελματισμού, στον υπερδανεισμό, την χαμηλή εξειδίκευση, την ανεξέλεγκτη ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών και άλλα. Κύρια γνωρίσματα του τομέα σήμερα είναι η υπερπροσφορά κατοικιών, ενώ σημαντική αρνητική εξέλιξη που συνδέεται με τον τομέα είναι η ύπαρξη μεγάλου αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων (επιχειρήσεων και ιδιωτών) που η διαχείριση τους σίγουρα εκτιμάται ότι θα έχει αρνητικές εξελίξεις για την προοπτική του τομέα.
Με βάση την διεθνή εμπειρία ο τομέας των ακινήτων και ειδικότερα η αγορά ακινήτων σε συνδυασμό με τα τραπεζικά ιδρύματα αποτέλεσαν την αφετηρία της διεθνούς οικονομικής κρίσης στις ΗΠΑ (2008) και είχε επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι η Ιρλανδία και η Ισπανία.
Η σπουδαιότητα του τομέα ακινήτων για την οικονομία της Κύπρου είναι τεράστια και είναι βέβαιο, πως δεν πρέπει να αφεθεί στη τύχη του. Η ανάκαμψη του τομέα και ειδικότερα των κατασκευών θα δημιουργήσει συνθήκες για επιστροφή της χώρας σε τροχιά ανάπτυξης. Για σκοπούς ανάκαμψης του τομέα προτείνονται μια σειρά από μέτρα και ενέργειες που πρέπει να υλοποιηθούν από το Κράτος, τα Τραπεζικά Ιδρύματα καθώς και τους ίδιους επαγγελματίες του. Οι ενέργειες αυτές περιλαμβάνουν απλοποίηση και εκσυγχρονισμό των νομοθετικών ρυθμίσεων, παροχή οικονομικών κινήτρων, εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος και εφαρμογή τραπεζικών πρακτικών για στήριξη αναπτυξιακών πρωτοβουλιών καθώς και ανάληψη καινοτόμων πρακτικών από πλευράς των επαγγελματιών του τομέα ακινήτων για βελτίωση του επιπέδου επαγγελματισμού.