Διαχείριση συγκρούσεων στο εργασιακό περιβάλλον των μεγάλων τραπεζών στην Ελλάδα
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2017-02-16Συγγραφέας
Παναγόπουλος, Γεώργιος
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή πραγματεύεται το ζήτημα των συγκρούσεων στο χώρο εργασίας αναφορικά με τα τραπεζικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα. Η βασική παρακίνηση για την ενασχόληση με το θέμα εδράζεται αφενός στη σημασία μελέτης των συγκρούσεων ώστε να περιοριστούν ή, ιδανικά, να εξαλειφθούν οι αρνητικές συνέπειες που συνεπάγονται τέτοιου είδους φαινόμενα, αφετέρου στις πρόσφατες αρνητικές εξελίξεις που επήλθαν στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και αναμένονται να επηρεάσουν σημαντικά τόσο τα βασικά χαρακτηριστικά των συγκρούσεων όσο και την προσέγγιση των διοικητικών στελεχών αναφορικά με την επίλυση τέτοιων προβλημάτων.
Από τη θεωρητική ανασκόπηση του ζητήματος και την εξέταση υφιστάμενων εμπειρικών ευρημάτων προκύπτει, αρχικά, ότι οι συγκρούσεις, οπουδήποτε κι αν λαμβάνουν χώρα, αποτελούν εξ’ ορισμού ένα πολυσύνθετο φαινόμενο λόγω της πληθώρας παραγόντων που ευθύνονται για αυτές όπως τα βιώματα, οι πεποιθήσεις, οι προκαταλήψεις κλπ. Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή ανέλυσε 2 βασικές τεχνικές που ακολουθούνται στην πράξη για να επιλυθούν οι συγκρούσεις. Παρά, όμως, τη χρησιμότητα γνώσης των στοιχείων μίας σύγκρουσης, το σύνολο, σχεδόν, της σχετικής βιβλιογραφίας τοποθετείται υπέρ της άποψης ότι δεν υπάρχουν «συνταγές» που ταιριάζουν σε κάθε περίπτωση.
Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή περιλαμβάνει επίσης την πραγματοποίηση πρωτογενούς έρευνας με σκοπό να διερευνηθεί αν υπάρχει διαφορετική διαχείριση των συγκρούσεων αφενός ανάλογα με την επαγγελματική και οικονομική ασφάλεια ή ανασφάλεια των εργαζόμενων στα τραπεζικά ιδρύματα και αφετέρου της οικονομικής κατάστασης της Εργοδότριας Τράπεζας καθώς και των ελευθεριών που της προσφέρει η εργατική νομοθεσία.
Παρά τη σημασία έγκαιρης διάγνωσης των συγκρούσεων στο περιβάλλον εργασίας, η δημιουργία ανάλογων προειδοποιητικών συστημάτων υπολείπεται συστηματικής προσέγγισης. Κατά συνέπεια, η μελλοντική έρευνα πρέπει να κατευθυνθεί προς τη δημιουργία μηχανισμών που σε θεωρητικό επίπεδο θα συμπληρώσουν το «παζλ» του υπό εξέταση ζητήματος ενώ, σε πρακτικό επίπεδο, θα προσφέρουν στα διοικητικά στελέχη ένα χρήσιμο εργαλείο αποτελεσματικής διοίκησης.