Show simple item record

dc.contributor.advisorΒογιατζάκης, Ιωάννης
dc.contributor.authorΜαλλούρης, Αναστάσιος
dc.contributor.otherMallouris, Anastasios
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2016-04-08
dc.date.accessioned2016-04-08T11:16:23Z
dc.date.available2016-04-08T11:16:23Z
dc.date.copyright2015-12
dc.date.issued2016-04-08
dc.identifier.otherΔΠΠ/2015/00066el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/2320
dc.descriptionΠεριέχει βιβλιογραφικές παραπομπές.el_GR
dc.description.abstractΗ οικολογική ακεραιότητα είναι μια βασική ιδιότητα των οικοσυστημάτων που δείχνει την ικανότητα τους για αυτοοργάνωση και ως επόμενο την αντοχή τους στο χρόνο κάτω από διαφόρων τύπων διαταραχές. Στην περιοχή της επαρχίας Πάφου, που αποτελεί την περιοχή μελέτης, και γενικότερα σε χώρες της Μεσογείου υπάρχει μια μακρά ιστορία ανθρώπινης παρέμβασης που καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη των οικοσυστημάτων και τις δομές από τις οποίες χαρακτηρίζονται. Οι επεμβάσεις αυτές παρόλη την μακρόχρονη ιστορία τους φαίνεται ότι πιθανά να είχαν θετικό αντίκτυπο στην βιοποικιλότητα. Η θετική επίδραση ανθρωπογενών επιδράσεων συνάδει και με αποτελέσματα της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής αφού ημιφυσικά τοπία, που διαμορφώθηκαν σε συνάρτηση με την παρουσία του ανθρώπου, εκτιμήθηκαν να έχουν τον ίδιο βαθμό οικολογικής ακεραιότητας με δασικά τοπία που είχαν ιστορικά δεχτεί τον μικρότερο βαθμό ανθρωπογενούς παρέμβασης και χαρακτηρίζονται ως φυσικά. Αυτά τα ημιφυσικά τοπία φαίνεται να αλλοιώνονται λόγω δραστικών κοινωνικοοικονομικών αλλαγών όπως οι μετακινήσεις πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Ως επόμενο για την διατήρηση αυτών των σημαντικών ημιφυσικών περιοχών πρέπει να ληφθούν δράσεις. Πριν την λήψη δράσεων προηγουμένως πρέπει να έχει γίνει εκτίμηση της οικολογικής τους κατάστασης. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο όταν έχουν αναπτυχθεί κατάλληλες μέθοδοι που να χαρακτηρίζονται από ακρίβεια, χαμηλό κόστος και με εφαρμογή σε μικρό χρονοδιάγραμμα. Αυτό είναι και το αντικείμενο διερεύνησης της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής που πραγματεύεται δύο τρόπους με τους οποίους μπορεί να γίνει μια τέτοια εκτίμηση. Αυτοί οι τρόποι διαφοροποιούνται στις πηγές δεδομένων που χρησιμοποιούν αλλά και στη φύση των δεδομένων. Η πρώτη μέθοδος συνίσταται με τη χρήση δεδομένων ποιοτικής φύσης που καταγράφονται στο πεδίο στα πλαίσια της αξιολόγησης του χαρακτήρα των τοπίων (LCA) ενώ η δεύτερη μέθοδος με χαρτογραφικά δεδομένα και κυρίως ποσοτικής φύσης. Τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης για κάθε μέθοδο αλλά και ανάμεσα στις μεθόδους δείχνουν ότι μπορούν να εξάγονται αξιόπιστα και ακριβή αποτελέσματα χρησιμοποιώντας ποιοτικά δεδομένα από την LCA, ενώ η προσέγγιση μέσω χαρτογραφικών δεδομένων παρουσιάζει υστέρηση στο εύρος της διαβάθμισης που μπορεί να εξάγει από τα χαρακτηριστικά των ΜΠΤ που πιθανόν να οφείλεται σε ακαταλληλότητα των δεδομένων (που είναι διαθέσιμα και χρησιμοποιήθηκαν) στην κλίμακα που εφαρμόστηκε η ανάλυση. Κατά την ανάλυση με δεδομένα της LCA παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε αρκετούς τύπους τοπίων (LCT’s) αλλά και αξιοσημείωτες διαβαθμίσεις σε τοπία του ιδίου τύπου.el_GR
dc.format.extentvi, 87 σ. 30 εκ.el_GR
dc.languagegrel_GR
dc.language.isogrel_GR
dc.rightsinfo:eu-repo/semantics/closedAccessel_GR
dc.subjectΟικολογική ακεραιότηταel_GR
dc.subjectEcological integrityel_GR
dc.titleΕκτίμηση της οικολογικής ακεραιότητας σε τοπία της επαρχίας Πάφουel_GR
dc.typeΜεταπτυχιακή Διατριβήel_GR
dc.description.translatedabstractEcological integrity is a fundamental property of ecosystems showing their capacity for self-organization and resistance under different types of disturbances. The district of Paphos, which was set as the study area, has a long history of human intervention like all other Mediterranean countries which has largely defined the evolution of ecosystems and their specific structures. These interventions go way back in time but despite these facts it seems that they most likely had a positive impact on biodiversity. This positive effect of anthropogenic influences is confirmed by the results of the present master thesis. Several semi-natural landscapes, formed largely by human intervention, were estimated having the same degree of ecological integrity as forest landscapes, which historically had the least amount of anthropogenic intervention and are considered as natural. The semi-natural landscapes that were shaped through thousands of years are starting to deform due to recent socio-economic changes such as population movements to urban centres. An important step to maintain these important semi-natural areas should be taken. But before taking action the ecological integrity of the sites must be assessed. Thus appropriate methods must be developed that are characterized by precision, low cost and with a short implementation schedule. The subject of investigation of this master thesis is developing such methods and implementing them in the study area. Two approaches are made so this can be done. These approaches differ in the data sources used and in the nature of the data. The first method involves using qualitative data recorded in the field as part of the assessment of landscape character (LCA) and the second method uses map data, that mostly are quantitative. The results of the statistical analysis for each method, as well as between the two methods show that reliable and accurate results can be exported using qualitative data from the LCA. The mapping data approach seems somewhat deficient in the range of the gradient that it can produce between the sites of different ecological integrity. This can probably be due to inadequacy of the data (which are available and used) in the used scale of the applied analysis. In contrast the LCA data analysis showed statistically significant differences between several types of landscapes (LCT's) and in several cases made an interesting gradient of the ecological integrity of same character landscapes.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Files in this item

Thumbnail

This item appears in the following Collection(s)

Show simple item record