dc.contributor.advisor | Ζεμπύλας, Μιχαλίνος | |
dc.contributor.author | Αντωνίου, Πετρούλα | |
dc.contributor.other | Antoniou, Petroula | |
dc.coverage.spatial | Κύπρος | el_GR |
dc.date.accessioned | 2015-07-15 | |
dc.date.accessioned | 2015-07-15T11:24:05Z | |
dc.date.available | 2015-07-15T11:24:05Z | |
dc.date.copyright | 2015-06 | |
dc.date.issued | 2015-07-15 | |
dc.identifier.isbn | 978-9963-695-41-6 | |
dc.identifier.other | ΔΚ-ΕΕΗΠ/2015/00010 | el_GR |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/11128/1916 | |
dc.description | Περιέχει βιβλιογραφικές παραπομπές. | el_GR |
dc.description.abstract | Ο σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνήσει τις αντιλήψεις και τις πρακτικές των Ελληνοκύπριων εκπαιδευτικών για την καλλιέργεια της «προσφυγικής συνείδησης» στο Δημοτικό Σχολείο. Στα πλαίσια του ίδιου σκοπού, εξετάστηκε παράλληλα ο ρόλος της προσφυγικής ταυτότητας και του κοινωνικού φύλου των εκπαιδευτικών σε αυτή τη διαδικασία. Το θεωρητικό πλαίσιο της έρευνας περιλάμβανε τη θεωρία της διατομής και τη μεταμοντέρνα κριτική θεωρία.
Συγκεκριμένα, η έρευνα εστίασε σε τέσσερα ερωτήματα. Το πρώτο αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο οι Ελληνοκύπριοι εκπαιδευτικοί και μαθητές δημοτικής εκπαίδευσης αντιλαμβάνονται την έννοια του «πρόσφυγα» στο συγκείμενο της Κύπρου. Με το δεύτερο διερευνήθηκαν οι πρακτικές διδασκαλίας που χρησιμοποιούνται στη δημοτική εκπαίδευση όσον αφορά στην καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης στους μαθητές και ταυτόχρονα, εξετάστηκαν τυχόν διαφορές στις πρακτικές ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς πρόσφυγες και μη. Το τρίτο ερώτημα, επικεντρώθηκε στο ρόλο που διαδραματίζει το κοινωνικό φύλο των Ελληνοκύπριων εκπαιδευτικών στις διαδικασίες αυτές. Τέλος, εξετάστηκαν οι αντιλήψεις των συμμετεχόντων για τις παιδαγωγικές προσεγγίσεις που μπορούν να αναπτυχθούν, οι οποίες θα σέβονται αφενός την προσφυγική συνείδηση, ενώ αφετέρου θα δημιουργούν ευκαιρίες για υπέρβαση της περιοριστικής υποκειμενικότητας του πρόσφυγα.
Χρησιμοποιήθηκε ποιοτική μεθοδολογία· συγκεκριμένα, ως μέθοδοι συλλογής δεδομένων αξιοποιήθηκαν συνεντεύξεις και μελέτες περίπτωσης. Στην πρώτη φάση, πραγματοποιήθηκαν σαράντα συνεντεύξεις Ελληνοκύπριων εκπαιδευτικών και μαθητών δημοτικής εκπαίδευσης (είκοσι συνεντεύξεις από την κάθε ομάδα). Για την έρευνα επιλέγηκε ο τύπος της ημιδομημένης συνέντευξης με τη μορφή της προφορικής ιστορίας και η επιλογή των ατόμων έγινε με τυχαία δειγματοληψία και δειγματοληψία χιονοστιβάδας. Στη δεύτερη φάση, έγινε επιλογή πέντε εκπαιδευτικών με σκόπιμη δειγματοληψία στους οποίους πραγματοποιήθηκαν από τέσσερις μη συμμετοχικές παρατηρήσεις της διδασκαλίας τους. Οι περιορισμοί της έρευνας σχετίζονται με την επιλογή των συμμετεχόντων, τις μεθόδους συλλογής των δεδομένων και το θέμα το οποίο διερευνήθηκε.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν την οικοδόμηση της έννοιας του πρόσφυγα στο σχολείο και τη σύνδεση της με συναισθήματα πένθους και απώλειας. Στο πλαίσιο αυτό, φάνηκε η συγκειμενοποίηση της έννοιας από τους συμμετέχοντες, με βάση τα χαρακτηριστικά των Ελληνοκύπριων προσφύγων. Παράλληλα, διαπιστώθηκε μεταφορά της προσφυγικής ταυτότητας από την πρώτη στη δεύτερη και τρίτη γενιά. Αν και η παρουσία προσφυγικής συνείδησης στη δεύτερη γενιά εντοπίζεται σε μεγάλο βαθμό, στην τρίτη γενιά εμφανίζεται μειωμένη. Διαπιστώθηκε, δηλαδή, μείωση στη συχνότητα παρουσίας στοιχείων προσφυγικής συνείδησης στην τρίτη γενιά.
Τα αποτελέσματα, επίσης, έδειξαν το ρόλο των εκπαιδευτικών στην καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό πως πολλές από τις πρακτικές διδασκαλίας που χρησιμοποιούνται από τους συμμετέχοντες αποτελούν μια λογοτεχνίζουσα προσέγγιση, η οποία επιτυγχάνει περισσότερο συναισθηματοποίηση παρά ενσυναίσθηση στους μαθητές. Η πρακτική «ανθρώπινες μαρτυρίες», αν και δεν χρησιμοποιείται συχνά από τους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς, εντούτοις ξεχώρισε ως η καταλληλότερη πρακτική που θα επέλεγαν για καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης. Επιπρόσθετα, μέσα από την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας, διαπιστώθηκε, πως δε γίνεται ικανοποιητική προσπάθεια από τους συμμετέχοντες για σύνδεση της περίπτωσης των Ελληνοκύπριων προσφύγων με άλλα προσφυγικά ζητήματα. Αποτέλεσμα είναι η προβολή της διήγησης των Ελληνοκύπριων προσφύγων από τους εκπαιδευτικούς ως μια αντικειμενική και μοναδική ιστορία.
Παράλληλα, διαπιστώθηκε ο ρόλος της προσφυγικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών στις διαδικασίες διδασκαλίας του «Δεν Ξεχνώ» για καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης. Η διάθεση των εκπαιδευτικών αυτών, η διήγηση των προσωπικών τους βιωμάτων και η εξωτερίκευση των συναισθημάτων τους είναι στοιχεία τα οποία φαίνεται πως κατασκευάζουν συγκεκριμένο πλαίσιο μάθησης για τα θέματα αυτά. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε η διαφοροποίηση στις πρακτικές διδασκαλίας από τις γυναίκες εκπαιδευτικούς σε σύγκριση με τους άντρες εκπαιδευτικούς. Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε διαφοροποίηση ως προς τρεις παραμέτρους, όσον αφορά στο ύφος της προσέγγισης, στην επιλογή της μεθοδολογίας και στην επιλογή θεματολογίας. Η επιρροή του ρόλου της «μητέρας» συζητήθηκε ως επιπρόσθετο επιμέρους χαρακτηριστικό που είναι δυνατόν να επηρεάσει τη διδασκαλία.
Η συνεισφορά της έρευνας προσδιορίζεται σε θεωρητικό και ταυτόχρονα εμπειρικό επίπεδο. Η θεωρητική συνεισφορά συνοψίζεται στην επέκταση της θεωρίας όσον αφορά στην προσφυγική συνείδηση. Ουσιαστικά, η έρευνα αυτή παρουσιάζει για πρώτη φορά συγκεντρωτικά αποτελέσματα για την καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης των Ελληνοκυπρίων από τους εκπαιδευτικούς στη δημοτικό σχολείο. Επίσης, η έρευνα αυτή συνέβαλε στην αποκάλυψη του ρόλου του φύλου και της προσφυγικής ταυτότητας των εκπαιδευτικών στις πρακτικές καλλιέργειας της προσφυγικής συνείδησης. Στη μέχρι τώρα διεθνή βιβλιογραφία δεν υπάρχει κάποια έρευνα που να επιδιώκει αυτή την επέκταση.
Όσον αφορά στην εμπειρική συνεισφορά, τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται ότι θα βοηθήσουν τους εκπαιδευτικούς στην καθημερινή τους πρακτική σε θέματα διαχείρισης της προσφυγικής συνείδησης. Τα αποτελέσματα αποτελούν μια ευκαιρία γνωριμίας των εκπαιδευτικών με τις διαστάσεις και διαδικασίες καλλιέργειας της προσφυγικής συνείδησης στο σχολικό χώρο. Μέσα από αυτά, αναδεικνύεται η ανάγκη οι εκπαιδευτικοί να είναι περισσότερο (ανα)στοχαστικοί όσον αφορά στις πρακτικές διδασκαλίας που χρησιμοποιούν στα πλαίσια του «Δεν Ξεχνώ» και στις παιδαγωγικές συνέπειες των επιλογών τους για την καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης. Επιπλέον, η έρευνα αυτή αποτελεί σημαντική ανατροφοδότηση για όσους φορείς ενδιαφέρονται για τον εκπαιδευτικό σχεδιασμό και την εκπαιδευτική πολιτική. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας παρέχουν, τέλος, ενδείξεις για την ανάγκη διεξαγωγής περαιτέρω έρευνας σε σχέση με την καλλιέργεια της προσφυγικής συνείδησης και τις επιπτώσεις για τα αναλυτικά προγράμματα και τη διδασκαλία. | el_GR |
dc.format.extent | xix, 414 σ. 30 εκ. | el_GR |
dc.language | gr | el_GR |
dc.language.iso | gr | el_GR |
dc.rights | info:eu-repo/semantics/closedAccess | el_GR |
dc.subject | Καλλιέργεια προσφυγικής συνείδησης | el_GR |
dc.subject | Refugee consciousness | el_GR |
dc.subject | Κύπρος -- Εκπαιδευτικό σύστημα | el_GR |
dc.subject | Cyprus -- Educational system | el_GR |
dc.title | Αντιλήψεις και πρακτικές των Ελληνοκυπρίων εκπαιδευτικών για την καλλιέργεια "προσφυγικής συνείδησης" στο δημοτικό σχολείο | el_GR |
dc.type | Διδακτορική Διατριβή | el_GR |
dc.contributor.committeemember | Πασιαρδής, Πέτρος | |
dc.contributor.committeemember | Χαραλάμπους, Κωνσταντίνα | |
dc.contributor.committeemember | Κληρίδης, Ελευθέριος | |
dc.contributor.committeemember | Σπύρου, Σπύρος | |
dc.description.translatedabstract | The aim of the present dissertation is to investigate the perceptions and practices of Greek Cypriot teachers for the cultivation of “refugee consciousness” at the primary school level. The role of teachers’ gender and teachers’ refugee identity in the procedure has been also examined. The theoretical framework of the study included intersectionality theory and postmodern critical theory.
The research study focused on four questions. The first question investigated the way Greek Cypriot teachers and students of Primary Education perceive the idea of «refugee» in the context of Cyprus. The second question examined the practices adopted in primary education to retain refugee consciousness. At the same time, possible differences on practices among refugee and non refugee teachers were examined. The third question focused on the role of Greek Cypriot teachers’ gender on these practices. Finally, the research study examined the participants’ perceptions on pedagogical approaches that respect refugee consciousness, while creating possibilities for overshooting the restrictive subjectivity of the refugee.
Qualitative methodology was used; specifically, semi-structured interviews with oral history approach characteristics and case studies were utilized as methods of data collection. The research was conducted in two phases. During the first phase, forty interviews were carried out with twenty Greek Cypriot teachers and twenty Greek Cypriot students of primary school. The sampling was a result of a randomly and a snowball selection of the participants. During the second phase, five teachers were selected using deliberate sampling selection and four non-participatory observations of their teaching practice were conducted for each one. Research limitations involved the selection of participants, the methods of data collection and the scope of the issue investigated.
The findings show the construction of the term «refugee» at school based on feelings of mourning and loss. In this context, data show the contextualization of the term that participants’ attain; based on the Greek Cypriots refugees’ characteristics. Moreover, in light of the research results, refugee identity seems to be transferred from the first generation to the second and third in a diminishing manner.
Evidence, also, showed the role of teachers in forging refugee consciousness. The results confirm that many of the teaching practices used constitute a non experiential approach which finally achieves emotionalization rather than empathy. Although bringing “authentic voices” was not one of the practices frequently used at school, this practice was selected by the participants as the best one in forging refugee consciousness. In addition, results show that participants did not make a big effort connecting the case of Greek Cypriot refugees with other refugee issues. As a result, the story of Greek Cypriot refugees is seen as an objective and unique narration.
The analysis of data showed the influence of teachers’ refugee identity in the process of teaching “I don’t forget” at school. The will of the teachers, the narration of their personal experience as well as the expression of their personal sentiments created a certain context of learning. Moreover, a differentiation in the practices of teaching of female teachers was shown in comparison to male teachers. Specifically, difference was seen in three parameters: the teaching approach, the methodology and the selection of issues examined. The influence of their role as “mothers” was also discussed as an additional characteristic.
The contribution of the research is both theoretical as empirical. The theoretical contribution lies in the expansion of theory regarding refugee consciousness. Actually, this research presents for the first time results on cultivating refugee consciousness of Greek Cypriots at the elementary school. Also, this study has contributed to the delineation of the role that gender and refugee identity of teachers play in these teaching practices. According to international literature, there is no evidence so far of a study seeking the entanglement of these identities with the procedures of refugee consciousness.
As far as the empirical contribution is concerned, the results are expected to help teachers in their daily practice at school on issues on navigating through issues of refugee consciousness. The results give a valuable opportunity to teachers to get familiar with the dimensions and processes of refugee consciousness that take place at school. The need for teachers to be reflective regarding practices of refugee consciousness is shown. Moreover, this research gives important feedback to those interested in educational practice, curriculum as well as, educational policy. Finally, the results of this study indicate the need for further research concerning refugee consciousness and the implications for curriculum and teaching. | el_GR |
dc.format.type | pdf | el_GR |