Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.advisorΜπιλάλης, Δημήτριος
dc.contributor.authorΓκολώνης, Χρύσανθος
dc.contributor.otherGkolonis, Chrysanthos
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2015-07-01
dc.date.accessioned2015-07-06T09:10:33Z
dc.date.available2015-07-06T09:10:33Z
dc.date.copyright2015-05
dc.date.issued2015-07-06
dc.identifier.otherΔΠΠ/2015/00027el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/1882
dc.descriptionΠεριέχει βιβλιογραφικές παραπομπές.el_GR
dc.description.abstractΤο έδαφος είναι ένας πολύ σημαντικός φυσικός πόρος, από το οποίο εξαρτάται η οικονομία σε τοπική και παγκόσμια κλίμακα, όπως και η διατήρηση της χερσαίας ζωής στον πλανήτη μας. Ο φλοιός της γης αποτελείται από 98 στοιχεία. Από τα συγκεκριμένα στοιχεία, μόνο οκτώ απαντούν σε περιεκτικότητα μεγαλύτερη του 1% (O, Si, Al, Fe, Ca, Na, Mg, K). Τα συγκεκριμένα στοιχεία συνιστούν το 99% του στερεού φλοιού ενώ τα υπόλοιπα 90 στοιχεία το 1%. Tα στοιχεία Si και Al αποτελούν κατά κύριο λόγο τα ορυκτά του εδάφους. Ο χώρος από τον οποίο εξάγονται τα χρήσιμα ορυκτά από τον επιφανειακό τόπο ή την εσωτερική γη ονομάζεται Ορυχείο (Καλαβρουζιώτης, 2010) . Με το ίδιο όνομα φέρεται γενικά κάθε τόπος από όπου εξορύσσονται υλικά χρήσιμα κυρίως για τη λειτουργία της βιομηχανίας. Όταν τα εξορυσσόμενα υλικά είναι μέταλλα τότε ο τόπος αυτός ονομάζεται μεταλλείο, ενώ όταν πρόκειται για αδρανή υλικά (οικοδομικά υλικά) ονομάζεται λατομείο (Μενεγάκη, 2010). Οι εκμεταλλεύσεις ορυχείων είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της πρωτογενής ανάπτυξης και έχει ιδιαίτερες θετικές επιπτώσεις, οι οποίες συμβάλλουν στην ικανοποίηση τόσο των κοινωνικών (εργασία, ασφάλεια κλπ) όσο και των οικονομικών αναγκών (αύξηση ΑΕΠ, συνάλλαγμα, εμπόριο κλπ) μιας χώρας. Εκτός από τις θετικές επιπτώσεις που έχουν οι μεταλλευτικές δραστηριότητες, δυστυχώς έχουν και αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις όπως η δημιουργία έντονων αλλαγών στο περιβάλλον και στο τοπίο των πλούσιων περιοχών σε ορυκτά και μεταλλευτικά περιοχών. Τα τελευταία έτη τα περιβαλλοντικά προβλήματα από τις μεταλλευτικές εκμεταλλεύσεις είναι πιο έντονα και σε αυτό συνέβαλε η βελτίωση των εργαλείων, των μέσων και των τεχνικών που είχε σαν αποτέλεσμα ο άνθρωπος να μπορεί να επέμβει στο περιβάλλον, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις τη θεαματική ένταση, έκταση και ρυθμό μεταβολή και συχνά καταστροφή του τοπίου Στην παρούσα διπλωματική διατριβή, θα γίνει προσπάθεια να γίνουν προσιτές βασικές γνώσεις για τις περιοχές εξόρυξης, τα βασικά τους στοιχεία και τη διαδικασία αποκατάστασης εφαρμόζοντας δείκτες βιοπικοιλότητας, στις περιοχές όπου υπάρχει εξορυκτική δραστηριότητα. Τα στοιχεία της έρευνας αφορούν τις μεταβολές που έχει υποστεί το φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα οι φυσικοχημικές ιδιότητες και η χλωρίδα του εδάφους της περιοχής, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά το πέρας της εκμετάλλευσης των ορυχείων. Η περιοχή μελέτης είναι ένα λατομείο αδρανών υλικών στην περιοχή της Αντιπάρου που βρίσκεται στο νομό Κυκλάδων. Στο συγκεκριμένο λατομείο γινόταν εξωτερική εξόρυξη πετρωμάτων, τα οποία τα χρησιμοποιήσουν για το κτίσιμο σπιτιών στην περιοχή των Κυκλάδων κυρίως στην Αντίπαρο ή για υλικά οικοδομικών κατασκευών. Το λατομείο είναι ανενεργό τα τελευταία είκοσι πέντε έτη. Για τη μελέτη του θέματος, εξετάσθηκε πως επηρεάζονται οι χημικές και οι βιολογικές ιδιότητες του εδάφους, από την εξορυκτική δράση στην περιοχή του λατομείο της Αντιπάρου. Για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού, πάρθηκε τυχαίο στρωματοποιημένο δείγμα από πέντε διαφορετικά σημεία μέσα στο λατομείο και στη συνέχεια το χώμα ομογενοποιήθηκε και αποξηράνθηκε στους 110oC. Κατόπιν έγιναν μετρήσεις των χημικών και των βιολογικών ιδιοτήτων του εδάφους. Οι φυσικό-χημικές ιδιότητες του συγκεκριμένου λατομείου μελετούνται τα τελευταία είκοσι πέντε έτη, από το Εργαστήριο Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ένα μέρος από τις χημικές αναλύσεις εδάφους στο Εργαστήριο Γεωργικής Χημείας. Στη συνέχεια με τη χρήση του πλαισίου ‘’quadrat’’ το οποίο ήταν το ¼ m2, έγιναν πέντε δειγματοληψίες εντός του λατομείου και μία εκτός του λατομείου με τη μέθοδο της επανάληψης. Στη συνέχεια αναγνωρίσθηκαν τα γένη της χλωρίδας από το Εργαστήριο Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Από τα αποτελέσματα των φυσικοχημικών ιδιοτήτων δημιουργήθηκαν κάποιοι δείκτες, οι οποίοι στη συνέχεια βοήθησαν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με τη συμπεριφορά του 10 εδάφους με την πάροδο των ετών (υπάρχουν στοιχεία είκοσι πέντε ετών). Ακόμα πάρθηκαν στοιχεία από όμορα εδάφη της περιοχής, ώστε να υπάρξει μια συσχέτιση μεταξύ μέτρησης κάποιας περιόδου (οι κατηγορίες στα διαγράμματα είναι ανά πέντε έτη) σε σχέση με τα όμορα εδάφη. Στη συνέχεια έγινε αξιολόγηση και εκτίμηση με τη χρήση του προγράμματος biodap (Anne Magurran, 1988) & Ecosim οι δείκτες Shanon, Simpson & Brillouin. Το γενικό συμπέρασμα από τη μελέτη των παραπάνω δεικτών που αναλύθηκαν είναι, ότι οι φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους στο χώρο του λατομείου με την πάροδο των ετών συνεχώς βελτιώνονται. Συγκρίνοντας όμως τις ιδιότητες του εδάφους του λατομείου σε βάθος είκοσι πέντε ετών (παίρνοντας τη μέση τιμή τους), σε σχέση με τις ιδιότητες του όμορου εδάφους υπάρχει σημαντική απόκλιση. Ακόμα η στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων που εφαρμόστηκε ήταν η ανάλυση διασποράς ANOVA (Analysis of Variance, ) για επίπεδο 5%. Από τη στατιστική επεξεργασία των τριών δεικτών που παρατηρήθηκε ότι μόνο οι δύο δείκτες (Shannon- Wainner & Brillouin) μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην παρακολούθηση αποκατάστασης ορυχείων. Ο δείκτης Simpson από τις μετρήσεις που έγιναν, παρατηρήθηκε ότι δεν μπορεί να δώσει ασφαλής συμπεράσματα.el_GR
dc.format.extent120 σ. εικ., 30 εκ.el_GR
dc.languagegrel_GR
dc.language.isogrel_GR
dc.rightsinfo:eu-repo/semantics/closedAccessel_GR
dc.subjectΟρυχεία -- Περιβαλλοντική αποκατάστασηel_GR
dc.subjectMine -- Environmental restorationel_GR
dc.subjectΠεριβαλλοντική αποκατάστασηel_GR
dc.subjectEnvironmental restorationel_GR
dc.subjectΔείκτες βιοποικιλότηταςel_GR
dc.subjectBiodiversity indicatorsel_GR
dc.titleΣύστημα παρακολούθησης περιβαλλοντικών δεικτών σε ζώνες αποκατάστασης ορυχείωνel_GR
dc.typeΜεταπτυχιακή Διατριβήel_GR
dc.description.translatedabstractSoil is an important natural resource, which determines the economy at local and global scale, such as the preservation of terrestrial life on our planet. The earth's crust consists of 98 items. Of these elements, only eight found content greater than 1% (O, Si, Al, Fe, Ca, Na, Mg, K). These elements constitute 99% of the crust and the remaining 90 elements to 1%. The elements Si and Al are mainly mineral soil. The place from which useful minerals are exported from the surface location or internal earth is called Mine (Kalavrouziotis, 2010). Every place from where mined materials which are useful primarily for the operation of the industry has the same name. When extracted materials are metals then this place is called mine, while for other inert materials (building materials) it is called quarry (Menegaki, 2010). Mining is a very important part of primary development and has specific positive impacts that contribute to the satisfaction of both social (labor, security, etc.) and economic needs (growth GDP, foreign exchange, trade, etc.) of a country. Apart from the positive impact of mining activities, unfortunately there are negative environmental effects such as creating dramatic shifts in the environment and landscape of the areas rich in minerals and mining areas. In recent years environmental problems from Mining is more intense and this has helped to improve the tools, instruments and techniques resulted man can intervene in the environment, resulting in many cases the dramatic intensity, extent and rate changes and often destruction of the landscape In this dissertation, we try to make affordable basic knowledge of the mining areas, their key elements, and the recovery process by implementing biodiversity action indicators in areas where there is mining activity. Survey data regarding the changes suffered by the natural environment and particularly the physicochemical properties and soil fauna in the area, both during and after the exploitation of mines. The study area is an aggregates quarry in the area of Antiparos located in the prefecture of Cyclades. In this quarry the mining of rocks was external and were used for building houses in the Cyclades region mainly in Antiparos or building construction materials. The quarry is inactive for the last twenty five years. For the study of the issue, it was examined how chemical and biological soil properties are affected by the mining activity in the quarry area of Antiparos. For achieving this purpose, stratified random sample was taken from five different points in the quarry and then the soil was homogenized and dried at 110oC. Then measurements of chemical and biological soil properties were made. The physico-chemical properties of the particular quarry are studied in the last twenty five years, from the Agriculture Laboratory of the Agricultural University of Athens and a part of the chemical soil analyzes in Agricultural Chemistry. Then using the framework '' quadrat '' which was the ¼ m2, five sampling procedures took places within the quarry and one outside the quarry with the method of repetition. Genera of the flora of the Agriculture Laboratory of the Agricultural University of Athens, was then recognized. From the results of physicochemical properties some indicators were created, which then helped out firm conclusions about the behavior of the soil over the years (twenty-five year data). Even elements from neighboring territories in the region were taken, so that there is a correlation between the measurement of a period (the categories in charts are every five years) and in neighboring territories. An evaluation and estimation using biodap program (Anne Magurran, 1988) & Ecosim the Shanon indicators, Simpson & Brillouin took place. 12 The overall conclusion from the study of the above indicators analyzed is that the physicochemical properties of the soil at the quarry over the years is constantly improving. Comparing but the properties of the ground quarry depth of twenty-five years (assuming the average value) with respect to the properties of the adjacent land there is no significant deviation. Even the statistical analysis of the results which was implemented was analysis dispersion ANOVA (Analysis of Variance,) for the 5% level. From the statistical processing of the three markers it was observed that only two markers (Shannon- Wainner & Brillouin) can be used in mining recovery monitoring. From the measurement made, it was observed that the Simpson Index cannot give safe conclusions.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Thumbnail

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

Εμφάνιση απλής εγγραφής