Ανάλυση, προσδιορισμός και επιπτώσεις της ποιότητας του αέρα στο Κυπριακό Μουσείο και στο Βυζαντινό Μουσείο
Abstract
Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή αξιολογεί την ποιότητα του αέρα σε δύο μουσεία, το Αρχαιολογικό Μουσείο Κύπρου και το Βυζαντινό Μουσείο τα οποία χωροθετούνται εντός του αστικού κέντρου της Λευκωσίας. Όσο αφορά την αξιολόγηση της ποιότητας του αέρα έχουν πραγματοποιηθεί μετρήσεις των εσωτερικών αέριων ρύπων και σύγκριση τους με τα επιτρεπόμενα όρια – κατευθυντήριες γραμμές που προτείνονται με βάση την υφιστάμενη βιβλιογραφία.
Σκοπός της μεταπτυχιακής διατριβής είναι ο χαρακτηρισμός η ανάλυση και ο προσδιορισμός των εσωτερικών ρύπων στο κυπριακό και βυζαντινό μουσείο και η αξιολόγηση του αν οι εργαζόμενοι στο κτήριο του κυπριακού μουσείο παρουσιάζουν συμπτώματα σχετικά με το σύνδρομο του άρρωστου κτιρίου. Στηριζόμενοι στην υπάρχουσα διεθνή βιβλιογραφία γίνονται εισηγήσεις για περιορισμό της πιθανής καταστρεπτικής επίδρασης αερίων ρύπων, στα οργανικά και ανόργανα υλικά στους εσωτερικούς χώρους των μουσείων. Στόχος της μεταπτυχιακής διατριβής είναι να γίνουν εισηγήσεις για βελτίωση της ποιότητας του εσωτερικού περιβάλλοντος στους υφιστάμενους χώρους προς μελέτη και πιθανά μέτρα – εισηγήσεις που μπορούν να ληφθούν για προστασία των μουσειακών εκθεμάτων από πιθανή μελλοντική φθορά.
Αρχικά οικοδομείται το θεωρητικό πλαίσιο μέσω της ιστορικής αναδρομής και μέσω της ανασκόπησης της σχετικής βιβλιογραφίας. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στο ρόλο του αερισμού, στην ποιότητα του αέρα και ακολουθεί μια αναφορά στις διάφορες κατηγορίες ρύπων, στους παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα του εσωτερικού αέρα και στο Σύνδρομο του Άρρωστου Κτιρίου (SBS). Ακολούθως, παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο που υφίστανται σε άλλες χώρες και στην Κύπρο. Το θεωρητικό μέρος, κλείνει με τη διατύπωση του θέματος και του σκοπού της μεταπτυχιακής διατριβής, την τεκμηρίωση της αναγκαιότητας της, το ερευνητικό ερώτημα και το περιεχόμενο των κεντρικών εννοιών.
Στη συνέχεια, αναπτύσσεται το μεθοδολογικό πλαίσιο για τη συλλογή των δεδομένων με ιδιαίτερη αναφορά στην περιγραφή των κτιρίων που έγιναν οι μετρήσεις, τη διαδικασία έρευνας και τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν. Συζητείται επίσης η πειραματική διαδικασία, κάτω από το πρίσμα της αξιοπιστίας και της εγκυρότητας και τέλος γίνεται παρουσίαση των αποτελεσμάτων, η κριτική αξιολόγηση και συζήτηση τους,αναφέρονται τα συμπεράσματα, οι περιορισμοί και οι εισηγήσεις που προκύπτουν από την έρευνα.
Για την επίτευξη του σκοπού της έρευνας όσο αφορά την μελέτη για το σύνδρομο του άρρωστου κτηρίου, θεωρήθηκε καταλληλότερο μέσο συλλογής δεδομένων, το ερωτηματολόγιο και για τη μελέτη της ποιότητα του εσωτερικού αέρα στα δύο υπό μελέτη κτήρια η στιγμιαία συλλογή δεδομένων με τη βοήθεια κατάλληλων οργάνων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι η ποιότητα του αέρα όσο αφορά την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων στο κυπριακό μουσείο μπορεί να θεωρηθεί αρκετά καλή παρ’ όλο που τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου δεν συμφωνούν με τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Όσο αφορά την ασφάλεια των εκθεμάτων η ποιότητα του αέρα τόσο στο κυπριακό όσο και στο βυζαντινό δυστυχώς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ικανοποιητική. Με εξαίρεση την θερμοκρασία και την υγρασία που τα επίπεδα τους βρίσκονται εντώς των κατευθυντήριων γραμμών που ορίζονται από την βιβλιογραφία, η συγκέντρωση των υπόλοιποι αέριων ρύπων που έχουν μετρηθεί είναι υψηλότερη από τις προτεινόμενες τιμές. Όσο αφορά τις αίθουσες που περιέχουν τα υπερευαίσθητα υλικά, τα οποία εξαιρούνται από τις κατευθυντήριες γραμμές, απαιτούνται ειδικές ελεγχόμενες μετρήσεις.