Κώδικας ιατρικής δεοντολογίας Κύπρου. Ανάγκη για επικαιροποίηση
Επιτομή
Εισαγωγή: Η άσκηση της ιατρικής απαιτεί, εκτός από την επιστήμη, και τέχνη. Ο ιατρός, μετά την απόκτηση της ιατρικής γνώσης, θα πρέπει να την ασκήσει με έναν τρόπο και με μια τέχνη βασιζόμενος σε επαγγελματικές, νομικές και ηθικές αρχές, έτσι ώστε η αλληλεπίδρασή του με τους ασθενείς, τους συναδέλφους, τους θεσμούς και γενικά την κοινωνία να έχει συγκεκριμένα όρια. Η «καλή ιατρική πρακτική» και το τι «αναμένει η κοινωνία» συνοψίζονται σε ένα πολύτιμο εργαλείο: τον ΚΙΔ που κατοχυρώνει και κατευθύνει την εργασία του ιατρού σε ένα επιστημονικό, νομικό και ηθικό πλαίσιο. Ο ΚΙΔ δεν είναι ένα στατικό, αλλά ένα δυναμικά μεταβαλλόμενο έγγραφο, που υφίσταται συνεχείς αλλαγές, έτσι ώστε να συμβαδίζει με τις τρέχουσες κοινωνικές και επιστημονικές εξελίξεις σε τοπικό και διεθνές επίπεδο.
Σκοπός: Σκοπός της μεταπτυχιακής διατριβής, είναι να διερευνήσει κατά πόσο ο σχετικά απαρχαιωμένος Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας της Κύπρου, που έχει συνταχθεί το 1991, μπορεί να ανταποκριθεί στα σύγχρονα κοινωνικά και ιατρικά δεδομένα της εποχής.
Μεθοδολογία: Για τη διεκπεραίωση της μεταπτυχιακής διατριβής, έγινε βιβλιογραφική ανασκόπηση ΚΙΔ αντιστοίχων χωρών από τον διεθνή χώρο, περιλαμβανομένου του ΚΙΔ του Παγκόσμιου Ιατρικού Συλλόγου και έλαβε χώρα σύγκρισή τους με τον ΚΙΔ Κύπρου.
Αποτελέσματα: Ο ΚΙΔ Κύπρου χρήζει συνολικής επικαιροποίησης και εκμοντερνισμού. Η συναίνεση του ενημερωμένου ασθενούς (ΣΕΑ), η Συνεχιζόμενη Ιατρική Εκπαίδευση, ο προγραμματισμός για το τέλος της ζωής και η ανακουφιστική ιατρική, η διευκρίνιση ιατρικών ορισμών, εννοιών και αρετών και η φροντίδα ψυχικής υγείας είναι μερικά από τα κεφάλαια που χρειάζεται να προστεθούν στον νέο ΚΙΔ, καθώς δεν αναφέρονται καθόλου. Ενόψει, μάλιστα, πρόσφατων σημαντικών εξελίξεων που έχουν σημειωθεί στην Κύπρο, όπως η εφαρμογή του Γενικού Συστήματος Υγείας (ΓΕΣΥ), η ίδρυση των ιατρικών σχολών και η εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων διάγνωσης και θεραπείας, όπως για παράδειγμα, με την χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, επιβάλλεται η τροποποίηση άρθρων όπως είναι η σχέση του ιατρού με τους «αυτόνομους και κυρίαρχους» ασθενείς, ενώ δικαιολογείται η προσθήκη ειδικών ρυθμίσεων όπως είναι η σχέση του ιατρού με την εκπαιδευτική και ερευνητική δραστηριότητα.
Συμπέρασμα: Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή ευελπιστεί να αποτελέσει το έναυσμα για την ανάπτυξη διαλόγου και διαβούλευσης των εμπλεκόμενων εταίρων (Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος, Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής Κύπρου, σύνδεσμοι ασθενών) με σκοπό τη συγγραφή ενός νέου και σύγχρονου ΚΙΔ, που θα αποτελεί χρήσιμο οδηγό για τον «καλό ιατρό» που ασκεί ιατρική στην Κύπρο