Δέσμευση εδαφικού οργανικού άνθρακα σε παρόχθιες περιοχές της Κύπρου
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2021-12Συγγραφέας
Κυθραιώτου, Μαρία
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Οι επιπτώσεις της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (ΑΘ) είναι πολυάριθμες έτσι, στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) είναι να γίνει κλιματικά ουδέτερη έως το 2050. Οι παρόχθιες περιοχές προσφέρουν σημαντικές οικοσυστημικές υπηρεσίες (ΟΥ) συμπεριλαμβανομένου και της δέσμευσης άνθρακα και ως εκ τούτου η αποκατάσταση και επέκταση των παρόχθιων οικοσυστημάτων μελετάται ως Τεχνολογία Αρνητικών Εκπομπών (ΤΑΕ).
Στόχος της παρούσας διατριβής είναι η αξιολόγηση της παρόχθιας βλάστησης ως ένα φυσικό τρόπο μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής μέσω της μείωσης των ΑΘ στην ατμόσφαιρα. Για τον σκοπό αυτό, επιλέχθηκαν έξι λεκάνες απορροής στην Κύπρο, οι οποίες βρίσκονται στο ανατολικό πιο ξηρό τμήμα της Κύπρου (Γερμασόγεια, Πεντάσχοινος, Μαρώνι) και στο πιο ύφυγρο δυτικό, τμήμα της Κύπρου (Διαρίζος, Έζουσα, Χρυσοχού). Για τις έξι λεκάνες διαμορφώθηκαν τρία ερευνητικά ερωτήματα: (1) εάν ο οργανικός άνθρακας εδάφους (SOC) διαφοροποιείται μεταξύ των λεκανών δυτικά και ανατολικά, (2) εάν το SOC διαφοροποιείται στις διάφορες κατηγορίες χρήσης γης και (3) εάν το SOC διαφοροποιείται στους διάφορους τύπους παρόχθιας βλάστησης.
Η συγκέντρωση SOC (%) που μετρήθηκε στις λεκάνες απορροής δυτικά της Κύπρου διαφέρει στατιστικά σημαντικά σε σχέση με αυτές στο ανατολικό τμήμα. Οι λεκάνες ανατολικά παρουσιάζουν ελαφρώς χαμηλότερο SOC (%) που ίσως οφείλεται στις μεγαλύτερες εκτάσεις χοντρόκοκκων εδαφών και συνεπώς εδαφών ευαίσθητων στη διάβρωση. Εάν και σε ποιό βαθμό η υφή του εδάφους συνέβαλε στα ποσοστά οργανικού άνθρακα πρέπει να διερευνηθέι περαιτέρω.
Ως προς τη συγκέντρωση SOC στους διαφορετικούς τύπους χρήσεις γης έτσι όπως αυτοί ορίζονται από το Corine Land Cover, η κατηγορία «5.1.2. Υδάτινες επιφάνειες» είχε το μεγαλύτερο SOC (%). Σε αυτό ίσως συνέβαλε η προσθήκη οργανικών λιπασμάτων στις καλλιεργούμενες εκτάσεις οι οποίες περιβάλλουν εκτεταμένα τα φράγματα, αν και σαν πρακτική από μόνη της δεν έχει τη δυνατότητα να αυξήσει ουσιαστικά το SOC. Διαφορές εντοπίστηκαν επίσης στο SOC (%) στις διάφορες κατηγορίες βλάστησης των πλημμυρικών περιοχών αλλά μόνο στο δυτικό τμήμα όπου τα φρύγανα και θάμνοι παρουσιάζουν ελαφρώς μεγαλύτερη διάμεσο τιμή SOC (%) σε σχέση με τα δάση και τα αγρωστώδη. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο καθεστώς ροής, στην έντονη παραγωγικότητα της μακκίας βλάστησης και στο βαθύτερο ριζικό σύστημα.
Οι παρόχθιες περιοχές μπορεί να αποτελέσουν περιοχές δέσμευσης αλλά και εκπομπής ΑΘ κάτι το οποίο δεν λαμβάνεται υπόψη στα έργα αποκατάστασης των περιοχών αυτών. Σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη ξηρασία, την ανθρωπογενή μετατροπή των ποταμών μόνιμης ροής σε διαλείπουσα και την καταστροφή της παρόχθιας βλάστησης, οι επιπτώσεις τις κλιματικής αλλαγής ίσως επιδεινωθούν. Η διαχείριση των υπαρχόντων και δημιουργία νέων παρόχθιων ζωνών με τύπους βλάστησης που μπορούν να ενεργούν ως «καθαρές καταβόθρες άνθρακα» αποτελεί μια βέλτιστη πρακτική διαχείρισης στις λεκάνες απορροής.