Η θέση των κλιτικών στη σύγχρονη κοίνη κυπριακή: Δομικές και κοινωνιογλωσσικές παράμετροι
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2021-04Συγγραφέας
Παπανικόλα, Ευάνθη Α.
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η παρούσα μελέτη διερεύνησε τα κλιτικά και τη θέση τους σε σχέση με το ρήμα στη σύγχρονη κυπριακή ελληνική, στην οποία υφίσταται ισοπέδωση τοπικών υποποικιλιών ενώ παράλληλα αναδύεται μια κοινή ποικιλία, χωρίς έντονα τοπικά φωνολογικά, μορφολογικά, συντακτικά ή λεξιλογικά χαρακτηριστικά και διαφοροποιήσεις. Η παγκύπρια αυτή ποικιλία έχει επιπλέον υποστηριχθεί ότι εμφανίζει μεικτές ή υβριδικές γραμματικές δομές, που εν μέρει συγκλίνουν με τις αντίστοιχες της Κοινής Νέα Ελληνικής, ή διαθέτει γραμματικούς κανόνες τόσο της κυπριακής όσο και της Κοινής Νέας Ελληνικής σε λιγότερο ή περισσότερο ελεύθερη εναλλαγή. Στη διατριβή αυτή εξετάζεται το φαινόμενο της πρόκλισης στην κοινή κυπριακή, της εμφάνισης δηλαδή του κλιτικού, αδύναμου, μη τονικού τύπου της προσωπικής αντωνυμίας πριν από το ρήμα, σε συντακτικά περιβάλλοντα όπου αναμένεται έγκλιση, δηλαδή εμφάνιση της αντωνυμίας μετά το ρήμα, περιλαμβανομένης και της απροσδόκητης πρόκλισης σε αρχική θέση στο εκφώνημα, χωρίς να προηγείται του κλιτικού κάποιο άλλο στοιχείο. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκε η αποδοχή της πρόκλισης μέσω δύο διαδικτυακών ερωτηματολογίων με συνολικά πάνω από 400 συμμετέχοντες/ουσες, αλλά και με την εξέταση δεδομένων από 16 κοινωνιογλωσσολογικές συνεντεύξεις. Οι γλωσσικοί παράγοντες που εξετάστηκαν ήταν: (α) η συντακτική κατηγορία που προηγείται του κλιτικού, (β) το γραμματικό πρόσωπο και αριθμός του κλιτικού, (γ) το επίπεδο ύφους του εκφωνήματος. Οι εξωγλωσσικοί, κοινωνιογλωσσικοί παράγοντες που εξετάστηκαν ήταν το φύλο, η ηλικία και το μορφωτικό επίπεδο των συμμετεχόντων/ουσών. Τα κύρια ευρήματα κατέδειξαν ότι το φύλο και η ηλικία καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την αποδεκτότητα της πρόκλισης, ενώ ισχυρά καθοριστικός παράγοντας είναι το υφολογικό επίπεδο. Διαφάνηκε επίσης πως το φωνολογικό κριτήριο της έγκλισης βρίσκεται σε ισχύ, ακόμη και σε επίπεδα ύφους που προσεγγίζουν την ακρόλεκτο, και αυτό διότι το κλιτικό γενικά τείνει να εμφανίζεται σε περιβάλλοντα όπου υπάρχει κάποια μορφοφωνολογική πραγμάτωση που να προηγείται του κλιτικού, αν και εμφανίστηκαν και αρκετές περιπτώσεις πρόκλισης χωρίς να προηγείται κανένα άλλο στοιχείο. Τέλος, διαφάνηκε πως η μορφοσυντακτική κατηγορία που προηγείται του κλιτικού δεν επηρεάζει τη δυνατότητα εμφάνισης πρόκλισης. Η διατριβή επομένως φωτίζει τους τρόπους με τους οποίους η συνεργία δομικών και κοινωνιογλωσσικών παραγόντων μπορεί να οδηγήσει σε γλωσσική αλλαγή και τις διαδικασίες μετάβασης από τη διγλωσσία στη διαγλωσσία.