Διερεύνηση υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων στην Κύπρο: Μια εμπειρική μελέτη
Abstract
Η σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, αποτελεί ένα διαχρονικό και παγκόσμιο έγκλημα, το
οποίο στις μέρες μας εκλαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις. Δυστυχώς, οι συνέπειες που επιφέρει
είναι καταστροφικές για τη ζωή των θυμάτων. Ως εκ τούτου, η έγκαιρη αποκάλυψη του
ειδεχθούς αυτού εγκλήματος, είναι καθοριστικής σημασίας, αφενός, για τη διασφάλιση της
προστασίας των ανηλίκων και αφετέρου, για την ενεργοποίηση του ποινικού μηχανισμού που θα
παραδειγματίσει το δράστη ειδικότερα και την κοινωνία, γενικότερα.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση του εν λόγω εγκλήματος, ο ρόλος της Αστυνομίας, τόσο στην
Κύπρο, όσο και σε Διεθνές επίπεδο, είναι αδιαμφισβήτητα καθοριστικός, για την εξέλιξη της
υπόθεσης και την απόδοση δικαιοσύνης. Η Κυπριακή Αστυνομία, στο πλαίσιο διερεύνησης των
υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, εφαρμόζει το μοντέλο της Κλιμακωτής
συνέντευξης, κατά τη λήψη οπτικογραφημένων καταθέσεων από ανήλικα θύματα και ανήλικους
μάρτυρες.
Η έρευνα έχει επικεντρωθεί στην εξέταση της διαδικασίας που ακολουθείται από την Αστυνομία
Κύπρου, πριν και κατά τη διάρκεια λήψης μίας οπτικογραφημένης κατάθεσης, στο πλαίσιο
διερεύνησης υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων. Επιπλέον, επιχειρεί να
ανιχνεύσει, τυχόν προβλήματα ή και δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αστυνομικοί ανακριτές,
που λαμβάνουν καταθέσεις και να προτείνει εισηγήσεις, για περαιτέρω βελτίωση.
Τα ευρήματα της έρευνας, κατέδειξαν ότι, πέραν από την αποτελεσματικότητα της τεχνικής που
ακολουθείται από την Αστυνομία, για την επιτυχή έκβαση μίας οπτικογραφημένης κατάθεσης,
απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις, δεξιότητες και αρκετή εμπειρία από τους συνεντεύκτες, και
κατάλληλη προετοιμασία. Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι, υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω
βελτίωση της αποτελεσματικότητας της Αστυνομίας, στη διαχείριση αδικημάτων σεξουαλικής
κακοποίησης ανηλίκων.