Το ενεργειακό-ανθρακικό αποτύπωμα των γεωργικών καλλιεργειών: Η περίπτωση της Π. Ε. Λάρισας
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2014-02-21Συγγραφέας
Τσιβελεκίδης, Χρήστος
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η βίαιη εισαγωγή ανεπιθύμητων στοιχείων στην ατμόσφαιρα υποβαθμίζει το περιβάλλον και συνεπώς τη διαβίωση του ανθρώπου. Η ατμοσφαιρική αυτή ρύπανση μπορεί να προέρχεται από πλήθος ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η εκμηχάνιση και η εντατικοποίηση της γεωργίας τον τελευταίο αιώνα είναι μία από τις δραστηριότητες αυτές. Ο προσδιορισμός του μεγέθους της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορεί να γίνει με την βοήθεια λογισμικών εργαλείων στα οποία καταγράφονται οι ανθρώπινες δραστηριότητες-εργασίες που απαιτούνται για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων και εκφράζονται ως ανθρακικό-ενεργειακό αποτύπωμα. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή επιχειρήθηκε η καταγραφή του ανθρακικού αποτυπώματος σε πέντε βασικές καλλιέργειες της Περιφερειακής Ενότητας Λάρισας (βαμβάκι, σιτηρά, αμπέλι, ελιές και μήλα) με τη βοήθεια κατάρτισης και συμπλήρωσης κατάλληλων ερωτηματολογίων. Για κάθε καλλιέργεια συμπληρώθηκαν 30 ερωτηματολόγια από τους συμμετέχοντες παραγωγούς στα οποία καταγράφηκαν όλες οι απαραίτητες ενέργειες που απαιτούνται για την παραγωγή ενός αγροτικού προϊόντος. Τα δεδομένα των ερωτηματολογίων εισήχθησαν στο λογισμικό πρόγραμμα Cool Farm Tool το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως το κύριο εργαλείο προσδιορισμού του ανθρακικού αποτυπώματος. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την επεξεργασία των δεδομένων προκύπτει ότι το ισοζύγιο του παραγόμενου CO2 κυμαίνεται από
-6,19 τόνοι/ha/έτος (αμπέλι) έως 154,91 τόνοι/ha/έτος (μηλοκαλλιέργεια) με ενδιάμεσες τιμές τους -2,82 (σιτάρι), 6,00 (βαμβάκι) και 17,25 τόνοι/ha/έτος (ελιά). Για την καλλιέργεια των σιτηρών το αρνητικό ισοζύγιο προκύπτει κυρίως εξαιτίας των μειωμένων εισροών και καλλιεργητικών φροντίδων που απαιτεί η καλλιέργεια τους, σε συνάρτηση με την πολύ καλή ανάπτυξη των φυτών τα οποία προσφέρουν πλήρη εδαφοκάλυψη και πλούσιο φύλλωμα. Αντιθέτως, για την καλλιέργεια του βαμβακιού το θετικό ισοζύγιο προκύπτει κυρίως εξαιτίας των αυξημένων εισροών και καλλιεργητικών φροντίδων που απαιτεί η καλλιέργεια του. Στην περίπτωση της μηλοκαλλιέργειας, παρόλο την πλούσια φυλλώδη ανάπτυξη των δέντρων, ο αριθμός των καλλιεργητικών φροντίδων, και των εισροών είναι τέτοιος ώστε το ισοζύγιο CO2 να είναι θετικό. Αν και η αμπελοκαλλιέργεια απαιτεί πολλές καλλιεργητικές φροντίδες αυτές γίνονται κυρίως χειρωνακτικά και όχι με τη χρήση γεωργικών μηχανημάτων. Τέλος, στην ελαιοκαλλιέργεια προκύπτει θετικό ισοζύγιο CO2 εξαιτίας της μικρής φυλλικής επιφάνειας (μικρή εξάτμιση) και των αυξημένων εισροών. Συμπερασματικά, ο προσδιορισμός του ανθρακικού αποτυπώματος θα μπορούσε να εστιάσει στις προβληματικές καλλιεργητικές πρακτικές ή εισροές ενέργειας, να προτείνει βελτιώσεις και να μετρήσει την αποτελεσματικότητα αυτών σε εξοικονόμηση ενέργειας, μείωσης ατμοσφαιρικών ρύπων και αύξηση της προσόδου.