Η τραγωδία του Αισχύλου Πέρσες (472 π.Χ.): Η ιστορία, ο μύθος και το τραγικό πρόσωπο του Ξέρξη.
Abstract
Η παρούσα πτυχιακή εργασία εξετάζει την τραγωδία του Αισχύλου Πέρσες. Οι Πέρσες, έργο που διδάχθηκε το 472 π.Χ., αποτελούν τη μοναδική σωζόμενη τραγωδία που αντλεί το θέμα της από τη σύγχρονη ιστορία. Αναφέρεται στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, μια μάχη μεταξύ Ελλήνων και Περσών, που έλαβε χώρα μερικά μόλις χρόνια πριν, το 480 π.Χ. Ο Αισχύλος, εκτός από δημιουργός του έργου, υπήρξε και ένας από τους ζωντανούς μάρτυρες αυτής της καταστροφικής ήττας της πάλαι ποτέ παντοδύναμης αλλά και αλαζονικής περσικής αυτοκρατορίας.
Όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης στο Περί Ποιητικής (1451b5-14), «φιλοσοφώτερον καὶ σπουδαιότερον ποίησις ἱστορίας ἐστίν· ἡ μὲν γὰρ ποίησις μᾶλλον τὰ καθόλου, ἡ δ᾽ ἱστορία τὰ καθ᾽ ἕκαστον λέγει». Η ποίηση λοιπόν, δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί κάτι πέραν της ιστορίας, κάτι καθολικότερο και φιλοσοφικότερο. Αυτό είναι που κάνει τον ποιητή-καλλιτέχνη να φλερτάρει με τον μύθο. Ο σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιάσει τον τρόπο με τον οποίο στους Πέρσες του Αισχύλου η ιστορία μυθοποιείται, δηλαδή προσκτάται διαστάσεις πέρα από τις ρεαλιστικές και καθίσταται διδακτικό παράδειγμα, που θέτει ζητήματα όπως τα ανθρώπινα όρια και η σχέση ανθρώπων και θεών, τα οποία αφενός δοξολογούν το ελληνικό επίτευγμα στη Σαλαμίνα, αφετέρου προειδοποιούν ότι η οίηση και η ὕβρις είναι ενδημικές ασθένειες του ανθρώπου, όχι ίδιον των βάρβαρων Περσών και μόνο.
Οι Πέρσες δεν είναι ένα τραγικό δράμα που ακολουθεί τα πρότυπα του είδους. Σύμφωνα με τους μελετητές, πρόκειται για έργο τέχνης το οποίο δίνει έμφαση στο συναίσθημα παρά στην πλοκή. Το έργο διαδραματίζεται κατά την περίοδο που βασιλιάς της περσικής αυτοκρατορίας ήταν ο Ξέρξης, ο γιος του Δαρείου. Ο νέος βασιλιάς αποτελεί το συνεκτικό στοιχείο της τραγωδίας αυτής. Ο εν λόγω χαρακτήρας είναι το κύριο δραματουργικό εργαλείο με το οποίο ο Αισχύλος μυθοποιεί τα Μηδικά. Παρόλο που αναφορές στο πρόσωπο του Ξέρξη εντοπίζονται σε όλο το έργο, εν τούτοις ο ίδιος δεν εμφανίζεται επί σκηνής παρά μόνο στο τελευταίο μέρος. Ο Αισχύλος τοποθετεί αυτόν τον πολυσχιδή αλλά παρορμητικό και ανώριμο ήρωα παντού, σε κάθε πράξη του έργου, έστω και εν τη απουσία του. Ο αισχύλειος Ξέρξης δεν οδηγήθηκε στον πόλεμο κατά της Ελλάδας μόνο για την επέκταση της περσικής αυτοκρατορίας. Αντιθέτως, τα κίνητρά του ήταν πολύ πιο βαθιά και περίπλοκα. Μέσα σε αυτά κρύβονταν ηθικές, πολιτικές αλλά και μεταφυσικές σκοπιμότητες. Γι’ αυτό και στο μεγαλύτερο μέρος του έργου, οι σκέψεις και οι πράξεις του βασιλιά αποκωδικοποιούνται μέσα από τους χαρακτήρες του Χορού, της μητέρας του, του Αγγελιοφόρου και του νεκρού του πατέρα Δαρείου, που επιστρέφει στον πάνω κόσμο ως εἴδωλον από τον Άδη. Σκοπός του ποιητή είναι να τονίσει ότι ο τραγικός ήρωάς του εκπροσωπεί τις δυνάμεις του Χάους και της Βίας, ότι μέσα από τις πράξεις του διαπράττει μια μεγάλη ὕβριν. Η εξουσία, η δύναμη και οι πράξεις του τον τοποθετούν πέραν του ανθρώπινου, σε ένα επίπεδο μυθικό, μετατρέποντας έτσι την ιστορία σε Μύθο και, βέβαια, σε Τραγωδία. Οι καταστάσεις έκαναν τον νέο βασιλιά να ξεφύγει από το ανθρώπινο μέτρο. Η κατάληξή του όμως απέδειξε ότι ακόμα και ο ηγεμόνας μιας αχανούς αυτοκρατορίας ήταν τελικά ένα βαθιά ανθρώπινο πλάσμα. Το ζητούμενο της εργασίας είναι να δείξει πώς κατάφερε ο ποιητής να μετατρέψει έναν αλαζονικό τύραννο, που «μηχαναῖς ἔζευξεν Ἕλλης πορθμόν, ὥστ᾽ ἔχειν πόρον», σε τραγικό ήρωα που εμπνέει τον φόβον και τον ἔλεον.