Η αποτελεσματικότητα της κλινικής διαχείρισης του σοβαρά τραυματία στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας
Επιτομή
Εισαγωγή: Το τραύμα συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας και μια από τις κυριότερες αιτίες θανάτου και αναπηρία παγκοσμίως. Παρά τις σοβαρές επιπτώσεις που προκαλεί σε προσωπικό, κοινωνικό, οικονομικό και ψυχολογικό επίπεδο, αποτελούσε για πολλά χρόνια ένα παραμελημένο πρόβλημα με άγνωστες πτυχές και περιορισμένο ενδιαφέρον. Στην πραγματικότητα όμως οι αριθμοί που καταγράφονται σε όλες τις χώρες με πρωτοπόρο τις ΗΠΑ, αναγνώρισαν, κατέγραψαν και προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το τραύμα εδώ και δεκαετίες. Στα πλαίσια αυτά, δημιούργησαν σύγχρονα συστήματα τραύματος επενδύοντας στην επιστημονική έρευνα και τη βέλτιστη ιατρική πρακτική για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε όλα τα επίπεδα. Στην Κύπρο η απουσία συστήματος τραύματος δημιουργεί ανεπάρκειες τόσο στην καταγραφή, όσο και στην αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών τραύματος οι οποίες χαρακτηρίζονται από κατακερματισμό, ελλείμματα και αδυναμίες. Η λειτουργία του Αρχείου Τραύματος στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας την τελευταία δεκαετία αποτελεί μόνο την αρχή της προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων, χωρίς προς το παρόν να αξιοποιούνται τα δεδομένα που καταγράφονται ώστε να διαμορφωθούν οι κατάλληλες πολιτικές και να προωθηθούν στρατηγικοί στόχοι. Στα πλαίσια αυτά, η παρούσα μελέτη επιχειρεί να καταγράψει και να αναλύσει λεπτομερώς όλες τις παραμέτρους της αντιμετώπισης του σοβαρά τραυματία ασθενή, να αναδείξει τις αδυναμίες και τις ιδιαιτερότητες του προβλήματος στην κυπριακή κοινωνία και μέσα από αυτά να εντοπίσει τους τομείς που χρήζουν αναδιάρθρωσης και προσαρμογής στη σύγχρονη εποχή.
Σκοπός και στόχοι: Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της κλινικής διαχείρισης του σοβαρά τραυματία στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας μέσα από την καταγραφή, αξιολόγηση και αξιοποίηση των παραμέτρων και χαρακτηριστικών (δημογραφικά στοιχεία, κλινικά σημεία, είδος κακώσεων, θεραπευτικές παρεμβάσεις, χρόνοι διεκπεραίωσης, έκβαση) που σχετίζονται με την ενδονοσοκομειακή παροχή φροντίδας υγείας στους σοβαρά τραυματίες. Αντικειμενικοί στόχοι είναι η κατηγοριοποίηση των σοβαρών τραυμάτων με βάση επιστημονικές κλίμακες αξιολόγησης της βαρύτητας, η καταγραφή των διαδικασιών παροχής φροντίδας σε συσχέτιση με τον παράγοντα χρόνο, η χρονική αποτύπωση όλων των τραυματικών θανάτων σε σχέση με τους παράγοντες που τους προκαλούν και ο εντοπισμός προβλημάτων κατά τις διαδικασίες ενδονοσοκομειακής περίθαλψης χρησιμοποιώντας έγκυρα επιστημονικά κριτήρια.
Μεθοδολογία: Πρόκειται για μελέτη παρατήρησης με αναδρομικό δειγματοληπτικό σχήμα η οποία αφορούσε τους σοβαρά τραυματίες που νοσηλεύτηκαν στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και τους τραυματικούς θανάτους της επαρχίας Λευκωσίας κατά την πενταετία 2013-2017. Η μελέτη αποτελείται από δυο ενότητες. Η πρώτη αφορά όλους τους τραυματικούς θανάτους, προ νοσοκομειακούς και ενδονοσοκομειακούς, με κύριο αντικείμενο τη χρονική κατανομή αυτών και τη συσχέτιση με το κλασσικό μοντέλο τρικόρυφης κατανομής αλλά και τα πρότυπα σύγχρονων συστημάτων τραύματος άλλων χωρών. Η δεύτερη ενότητα επικεντρώνεται στις διαδικασίες αντιμετώπισης των σοβαρά τραυματιών που νοσηλεύτηκαν στο νοσοκομείο, τους δείκτες ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και τους παράγοντες που σχετίζονται με την έκβαση των περιστατικών. Στην ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι και δοκιμασίες τόσο της περιγραφικής, όσο και της επαγωγικής στατιστικής.
Αποτέλεσμα: Τα ευρήματα της μελέτης των τραυματικών θανάτων καταδεικνύουν την κατάργηση του μοντέλου της τρικόρυφης χρονικής κατανομής στον υπό μελέτη πληθυσμό, τη διατήρηση όμως της τρίτης αιχμής της καμπύλης που αντιστοιχεί στους όψιμους θανάτους (19,4% του συνόλου) και υποδηλώνει ανεπάρκειες στην αναζωογόνηση και την κλινική φροντίδα στα πλαίσια απουσίας οργανωμένου συστήματος τραύματος. Στη μελέτη της αντιμετώπισης των σοβαρά τραυματιών κατά τη νοσηλεία τους, οι δείκτες ποιότητας αποτυγχάνουν στις περισσότερες περιπτώσεις να ακολουθήσουν τα διεθνή πρότυπα και οδηγίες. Καταγράφεται συγκεκριμένα, αυξημένος χρόνος παραμονής του σοβαρά τραυματία στο ΤΕΠ (μέσος όρος 199,62 λεπτά), μεγαλύτερη διάρκεια παραμονής στη ΜΕΘ (μέσος όρος 13,37 ημέρες), μεγαλύτερη διάρκεια μηχανικής αναπνευστικής υποστήριξης (μέσος όρος 10,4 ημέρες), περισσότερες ημέρες νοσηλείας (μέσος όρος 31,62 ημέρες) και μεγαλύτερη συνολική θνητότητα (28%). Ο χρόνος μέχρι την πρώτη χειρουργική επέμβαση και ο χρόνος μέχρι τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας στους ασθενείς με μέτρια ή βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση παρά το ότι βρίσκεται στα ανωτέρα προτεινόμενα όρια, κρίνεται ικανοποιητικός.
Συμπεράσματα: Η παροχή υπηρεσιών υγείας στον σοβαρά τραυματία ασθενή, χαρακτηρίζεται από αδυναμίες και προβλήματα που προκύπτουν μέσα από την έλλειψη οργάνωσης και εφαρμογής διαδικασιών διαχείρισης βάσει των διεθνών προτύπων. Η δημιουργία συστήματος τραύματος αποτελεί επιστημονικώς τον ενδεδειγμένο τρόπο βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών που αντανακλάται στα καλύτερα αποτελέσματα επίτευξης των δεικτών ποιότητας και έκβασης των περιστατικών.
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
*ENG: Introduction: Trauma represents a major public health problem and one of the leading causes of death and disability worldwide. Despite the serious consequences it causes on a personal, social, economic and psychological level, it was for many years a neglected problem with unknown aspects and limited interest. In reality, however, the numbers recorded in all countries leave no room for complacency, given that each injury at the same time represents the failure to take preventing measures. The most advanced health countries, led by the USA, have recognized, recorded and are trying to deal with the trauma for decades. In this context, they created modern trauma systems investing in scientific research and best medical practice to improve the services provided at all levels. In Cyprus, the absence of a trauma system creates deficiencies in both the recording and the evaluation of the trauma services provided, which are characterized by fragmentation, deficits and weaknesses. The operation of the Trauma Registry at the Nicosia General Hospital in the last decade is only the beginning of the effort to solve the problems, without currently utilizing the data recorded to the extent necessary to formulate appropriate policies and promote strategic goals. In this context, the present study attempts to record and analyse in detail all the parameters of the treatment of the seriously injured patient, to highlight the weaknesses and peculiarities of the problem in the Cypriot society and through them to identify the areas that need restructuring and adaptation to the modern era.
Aim and objectives: The aim of the study is to investigate the effectiveness of the clinical management of the seriously injured at the Nicosia General Hospital through the recording, evaluation and utilization of parameters and characteristics (demographic data, clinical signs, type of injuries, therapeutic interventions, processing times, outcome) related to in-hospital health care for the seriously injured. Objectives are the categorization of serious injuries based on scientific scales of severity assessment, the recording of care procedures in relation to the time factor, the time recording of all traumatic deaths in relation to the factors that cause them and the identification of problems during inpatient care using valid scientific criteria.
Methodology: This is a retrospective sampling observation study which concerned the seriously injured who were treated at the Nicosia General Hospital and the traumatic deaths of the Nicosia district during the five years 2013-2017. The study consists of two sections. The first concerns all traumatic deaths, pre-hospital and in-hospital, with the main object of their temporal distribution and the correlation with the classical model of trim odal distribution but also the standards of modern trauma systems of other countries. The second section focuses on the procedures for caring the seriously injured who were hospitalized, the quality indicators of the services provided and the factors related to the outcomes. Both the methods of descriptive statistics and various tests of inferential statistics were used in the present study.
Results: The findings of the study of traumatic deaths demonstrate the abolition of the trim odal time distribution model in the study population, but the maintenance of the third peak of the curve corresponding to late deaths (19.4% of the total) which indicates deficiencies in resuscitation and clinical care in the absence of an organized trauma system. In the study of the treatment of the seriously injured during their hospitalization, the quality indicators in most cases fail to follow the international standards and guidelines. Specifically, there is an increased length of stay of the seriously injured in the Emergency Department (mean 199.62 minutes), longer stay in the ICU (mean 13.37 days), longer duration of mechanical respiratory support (mean 10.4 days), more days of hospitalization (mean 31.62 days) and higher overall mortality (28%). The time to first surgery and the time to CT scan in patients with moderate or severe craniocerebral injury correspond to the above suggested limits and are considered satisfactory.
Conclusions: The provision of health services to the seriously injured patient is characterized by weaknesses and problems that arise through the lack of organization and implementation of management procedures based on international standards. The creation of a trauma system is scientifically the appropriate way to improve the services provided, which is reflected in the best results of achieving quality indicators and outcomes.