Η διεθνής σύμβαση της Χάγης και ο ρόλος των διεθνών οργανισμών και της UNESCO στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σε περίοδο πολεμικών συγκρούσεων
Abstract
Η Πολιτιστική Κληρονομιά αποτελεί αδιάσπαστο στοιχείο της ταυτότητάς μας ως άτομα, ως κοινωνίες ή και ως έθνη ακόμη, καθώς αποτελεί κεντρικό τμήμα της. Βέβαια, ο εκάστοτε πολιτισμός δέχεται και ασκεί επιρροές στους πολιτισμούς με τους οποίους συνυπάρχει στο εκάστοτε χωρο-χρονικό πλαίσιο. Συνεπώς, τα πολιτιστικά αγαθά προσδιορίζουν και επαναπροσδιορίζονται από τον πολιτισμό που τα δημιουργεί.
Η διασφάλιση λοιπόν, και η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς θεωρήθηκε σημαντική ήδη από την αρχαιότητα. Ωστόσο, δεν στάθηκε δυνατόν να προστατευθεί από εσκεμμένη ή ακούσια καταστροφή ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις ενόπλων συγκρούσεων, τόσο στην αρχαιότητα όσο και στην σύγχρονη εποχή. Η στοχοποίηση του πολιτιστικού αγαθού μπορεί να έχει πολιτικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές ή κοινωνικές αιτίες
Μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τις εκτεταμένες καταστροφές που διαπράχθηκαν εναντίoν της πολιτιστικής κληρονομιάς θεωρήθηκε αναγκαίο να θεσμοθετηθεί ένα ενιαίο διεθνές πλαίσιο που θα υπογραμμίζει την σημασία της πολιτιστική κληρονομιάς για όλη την ανθρωπότητα και θα διασφαλίζει την προστασία της κυρίως σε περιόδους ενόπλων συγκρούσεων, οπότε και αυτή κινδυνεύει ιδιαιτέρως. Το θεσμικό πλαίσιο που διαμορφώθηκε τροποποιήθηκε πολλές φορές με την υπογραφή νέων Συμβάσεων οι οποίες καλούνταν να καλύψουν κενά των προηγουμένων και να αντιμετωπίσουν νέες μορφές πολέμου.
Στην παρούσα συνεπώς διπλωματική θα γίνει προσπάθεια να παρουσιαστούν οι διεθνείς Συμβάσεις διαχρονικά, από το 1954 και εξής, ενώ θα εξετασθεί πώς και αν αυτές εφαρμόστηκαν στην περίπτωση του πολέμου στη Συρία. Ποια ήταν τα προβλήματα που προέκυψαν και ποιες οι πιθανές προτάσεις για καλύτερη αντιμετώπιση αντίστοιχων περιπτώσεων μελλοντικά.