Ιχνηλάτιση και ιδιωτικότητα στο διαδίκτυο - Επισκόπηση τεχνικών και νομικών ζητημάτων
Abstract
Οι χρήστες του διαδικτύου παρακολουθούνται όλο και περισσότερο και τα προφίλ τους δημιουργούνται και εμπλουτίζονται διαρκώς μέσω της συνεχιζόμενης εξόρυξης των δεδομένων τους. Οι εταιρείες χρησιμοποιούν τα προφίλ αυτά για να παρέχουν εξατομικευμένες υπηρεσίες στους πελάτες τους, με στόχο την αύξηση των εσόδων. Συγκεκριμένα, η συμπεριφορική διαφήμιση εκμεταλλεύεται τα προφίλ των χρηστών, μέσα από τα οποία φαίνονται τα ενδιαφέροντα και τα χαρακτηριστικά τους, όπως η ηλικία και το φύλο, και η δραστηριότητα των αγορών τους.
Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η προσαρμογή των διαφημίσεων που προκύπτει από το προφίλ είναι επίσης επωφελής για τους χρήστες, οι οποίοι λαμβάνουν χρήσιμες πληροφορίες και σχετικές διαδικτυακές διαφημίσεις σύμφωνα με τα ενδιαφέροντά τους. Ωστόσο, η παρακολούθηση συμπεριφοράς θεωρείται συχνά ως απειλή για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τους, κυρίως επειδή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα προσωπικά στοιχεία των χρηστών. Μία πιθανή αρνητική συνέπεια είναι μια κοινωνία παρακολούθησης, όπου όλες οι διαδικτυακές ή φυσικές μας δραστηριότητες καταγράφονται και συσχετίζονται.
Η πίεση από τους υπερασπιστές της ιδιωτικής ζωής έχει αποδειχθεί μέχρι στιγμής αρκετά ανεπαρκής. Το νομικό πλαίσιο και οι σχετικοί κανονισμοί έχουν σημαντικό ρόλο να διαδραματίσουν, ώστε να δημιουργηθούν τα αντίστοιχα κίνητρα στις εταιρείες, με σκοπό να υιοθετήσουν λύσεις διατήρησης και προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Γενικότερα, το βάρος της επιβολής του διαδικτυακού απορρήτου πρέπει να μεταφερθεί στις επιχειρήσεις. Αυτό θα ωθήσει τις εταιρείες να ενσωματώσουν το απόρρητο στις διάφορες διαδικασίες - σχετικές με την επιλογή των προϊόντων τους - αντί να αποποιούνται των ευθυνών τους για την προστασία της ιδιωτικότητας και το απόρρητο μέσω της απλής υιοθέτησης δυσνόητων μακροσκελών νομικών ειδοποιήσεων.
Η παρούσα διατριβή κάνει μία επισκόπηση των συναφών τεχνολογιών αλλά και του νομικού πλαισίου, προκειμένου να καταγράψει την τρέχουσα κατάσταση και να αποτιμήσει τα δέοντα μελλοντικά βήματα τόσο σε ρυθμιστικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο υλοποίησης αναγκαίων τεχνολογικών λύσεων.