Εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον από την ανέγερση ψηλών κτηρίων επί του παραλιακού μετώπου Λεμεσού και τη φέρουσα ικανότητα του κόλπου Λεμεσού ως τελικού αποδέκτη των υπόγειων νερών αποστράγγισης από την ανέγερση
Abstract
Τα τελευταία χρόνια το θέμα της ανέγερσης ψηλών κτηρίων στα αστικά κέντρα της Κύπρου απασχολεί την κυπριακή κοινωνία. Απώτερος στόχος της έρευνας είναι η ανάδειξη σοβαρών θεμάτων που αφορούν ενδεχομένως τον προγραμματισμό χωροθέτησης των ψηλών κτηρίων σε πυκνοκατοικημένες περιοχές όπως το παραλιακό μέτωπο της Λεμεσού και της διερεύνησης κατά πόσο τέτοιες αναπτύξεις συμβάλλουν στην αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής. Παράλληλα σημαντικός είναι και ο εντοπισμός των θετικών και αρνητικών επιπτώσεων από την ανέγερση αυτών των κτηρίων καθώς και τη φέρουσα ικανότητα του κόλπου της Λεμεσού ως τελικού αποδέκτη των υπόγειων νερών αποστράγγισης από την ανέγερση των ψηλών κτηρίων.
Σκοπός της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε ήταν η αποτύπωση της γνώμης των κατοίκων της Επαρχίας Λεμεσού σχετικά με την ανέγερση ψηλών κτηρίων η οποία επιτεύχθηκε με τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων μέσω ενός ερωτηματολογίου. Για τη φέρουσα ικανότητα του κόλπου Λεμεσού ως τελικού αποδέκτη των υπόγειων νερών αποστράγγισης από την ανέγερση των ψηλών κτηρίων, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της συλλογής και καταγραφής εργαστηριακών αναλύσεων που διενεργήθηκαν κατά την περίοδο απόρριψης των νερών αποστράγγισης των υφιστάμενων και υπό ανέγερση ψηλών κτηρίων της Λεμεσού.
Τα ευρήματα της έρευνας αποδεικνύουν ότι, η ανέγερση ψηλών κτηρίων κατά μήκος του παραλιακού μετώπου της Λεμεσού ενδέχεται να επιφέρει οικονομική ανάπτυξη στην πόλη της Λεμεσού αλλά ταυτόχρονα να υποβαθμίσει περιβαλλοντικά το παραλιακό μέτωπο. Επιπλέον, έντονη είναι και η άποψη των ερωτηθέντων για τη συμμετοχή τους στη λήψη αποφάσεων και στη λήψη μέτρων εκ μέρους των αρμόδιων αρχών για αντιμετώπιση των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Όσον αφορά τη φέρουσα ικανότητα του κόλπου Λεμεσού ως τελικού αποδέκτη των υπόγειων νερών αποστράγγισης από την ανέγερση των ψηλών κτηρίων τα ευρήματα της παρούσας μελέτης έδειξαν ότι, μετά από συνεχή άντληση η ποιότητα του νερού αποστράγγισης προσομοιάζει σε ποιότητα με το θαλάσσιο νερού. Εντούτοις, η ποιότητα θα πρέπει να παρακολουθείται συνεχώς λαμβάνοντας υπόψη, την οικολογική κατάσταση του κόλπου της Λεμεσού και τις πιέσεις που δέχεται γι΄ αυτό και προτείνονται τρόποι παρακολούθησης.