Δυνατότητες ανέλιξης του ανθρώπινου δυναμικού στην κεντρική υπηρεσία του ΕΟΠΥΥ στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης και εκπαίδευσης.
Abstract
Σκοπός: Η παρούσα μελέτη έχει σκοπό να διερευνήσει τόσο τους παράγοντες παρακίνησης όσο και τους ανασταλτικούς παράγοντες που επηρεάζουν τους υπαλλήλους στην Κεντρική Υπηρεσία του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ) ως προς τη συμμετοχή τους ή μη σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης με απώτερο σκοπό την επαγγελματική τους ανέλιξη στο πλαίσιο της δια βίου μάθησης.
Υλικό και μέθοδος: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε διοικητικούς υπαλλήλους διαφόρων ειδικοτήτων στην Κ.Υ. του Οργανισμού. Η συλλογή των πληροφοριών πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο 2019 και αφορούσε σε ποσοστό 87% (= 122/140) επί του συνόλου των ερωτωμένων.
Ως εργαλείο μέτρησης τόσο των παραγόντων παρακίνησης (ερωτήσεις θεματικής ενότητας Ι) όσο και των ανασταλτικών παραγόντων συμμετοχής (ερωτήσεις θεματικής ενότητας ΙΙ) των υπαλλήλων της Κεντρικής Υπηρεσίας ΕΟΠΥΥ σε προγράμματα/δραστηριότητες συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, χρησιμοποιήθηκε Ερωτηματολόγιο αποτελούμενο από δύο κλίμακες: α) την κλίμακα: «Παράγοντες παρακίνησης των επαγγελματιών σε ΣΕΕ» (Participation Reasons Scale, PRS) των Grotelueschen et al (1979) και β) την κλίμακα: «Ανασταλτικοί παράγοντες συμμετοχής σε ΣΣΕ» (Deterrents Participation Scale, DPS) των Scanlan & Darkenwald (1984). Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το στατιστικό πακέτο για τις κοινωνικές επιστήμες IBM SPSS 21.0 (Statistical Package for Social Sciences).
Αποτελέσματα: Από τα ευρήματα της έρευνας προέκυψε ότι το 41,8% των συμμετεχόντων έλαβαν μέρος σε κάποιο πρόγραμμα κατάρτισης στη διάρκεια της προηγούμενης χρονιάς. Από τις δηλώσεις των ερωτωμένων προέκυψε ότι θεωρούν εξαιρετικά σημαντική την πρόθεση συμμετοχής τους σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης, προκειμένου να μπορούν να ανταποκρίνονται καλύτερα σε γνώσεις και δεξιότητες κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους και να συμβαδίζουν με τις νέες εξελίξεις στον τομέα που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά καθώς και να παρέχουν πιο ποιοτικές υπηρεσίες στον πολίτη. Σημαντική για τους ερωτώμενους προέκυψε ότι είναι η διάσταση της εκπαίδευσης μέσω της αλληλεπίδρασης με συναδέλφους, ενώ η συμμετοχή σε προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης θεωρείται μείζονος σημασίας για την επαγγελματική τους πρόοδο.
Ταυτόχρονα, μέσα από τη διερεύνηση των ανασταλτικών παραγόντων για τη συμμετοχή των εργαζομένων σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης, διαπιστώθηκε γενικά χαμηλή βαθμολογία των παραγόντων αυτών (στοιχείο που συμβαδίζει και με άλλες διενεργηθείσες μελέτες, στις οποίες χρησιμοποιήθηκε έχει χρησιμοποιηθεί το ίδιο μεθοδολογικό εργαλείο), γεγονός που καταδεικνύει ότι η μη συμμετοχή τους σε αυτά δεν σχετίζεται με προσωπικούς ή άλλους οικογενειακούς ενδοιασμούς. Ωστόσο, θα μπορούσε κανείς να εστιάσει την προσοχή στον παράγοντα «Κόστος» συμμετοχής, ως έναν αξιοσημείωτο ανασταλτικό παράγοντα, λόγω της παρούσας οικονομικής συγκυρίας, όχι όμως ως απαγορευτικό.
Συμπεράσματα:
Μέσα από τις απαντήσεις του ερωτηθέντος δείγματος των εργαζομένων στην Κεντρική Υπηρεσία του ΕΟΠΥΥ, αναδείχθηκε η εν γένει θετική πρόθεση των εργαζομένων να συμμετάσχουν σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής εκπαίδευσης λόγω των ολοένα και περισσότερο απαιτητικών συνθηκών στο εξελισσόμενο περιβάλλον εργασίας του Οργανισμού.
Το γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία -και ενδεχομένως επιβεβλημένη- την επένδυση εκ μέρους του Οργανισμού σε ανθρώπινους πόρους μέσα από την ενθάρρυνση συμμετοχής σε προγράμματα επιμόρφωσης, τον προσδιορισμό των εκπαιδευτικών αναγκών, τον καθορισμό συγκεκριμένων εκπαιδευτικών στόχων αλλά και την επιλογή των κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, την υλοποίησή τους με τρόπο προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες των εργαζομένων στον ΕΟΠΥΥ και τέλος την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους.