Show simple item record

dc.contributor.advisorΚενδέου, Παναγιώτα Δρ.
dc.contributor.authorΑννίβα, Ευριδίκη
dc.contributor.otherAnniva, Evridiki
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2012-09-04
dc.date.accessioned2012-09-04T07:42:54Z
dc.date.available2012-09-04T07:42:54Z
dc.date.copyright2012-06
dc.date.issued2012-09-04
dc.identifier.otherΕΠΑ/2012/00023el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/400
dc.descriptionΠεριέχει βιβλιογραφικές παραπομπές.el_GR
dc.description.abstractΤα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες συστηματικές έρευνες γίνονται στο χώρο των φυσικών επιστημών, έχοντας επικεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στην ανίχνευση των παρανοήσεων που έχουν οι μαθητές, οι φοιτητές αλλά και οι εκπαιδευτικοί για σημαντικές έννοιες και αρχές των φυσικών επιστημών. Αυτό, είχε ως επακόλουθο την παραγωγή σημαντικής και αξιόλογης βιβλιογραφίας στο διεθνή χώρο σε διάφορα γνωστικά πεδία του μαθήματος των φυσικών επιστημών, μεταξύ των οποίων και για τον ηλεκτρισμό. Εντούτοις τα πράγματα στην Κύπρο δεν παρουσιάζουν ανάλογη ανάπτυξη αφού το συγκεκριμένο θέμα παραμένει στο περιθώριο, παρόλο που αυτή τη χρονική περίοδο εφαρμόζεται η μεγαλύτερη και νεότερη ριζική αλλαγή στο Κυπριακό Εκπαιδευτικό Σύστημα, δηλαδή η Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση. Στην παρούσα έρευνα διερευνήθηκαν οι γνωστικοί, γλωσσικοί και ενδοκειμενικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη μάθηση στις φυσικές επιστήμες μέσα από κείμενα αντιπαράθεσης, σε νεαρούς μαθητές, της έκτης τάξης του δημοτικού σχολείου (11-12 χρονών). Για την όσο καλύτερη διερεύνηση του θέματος χρησιμοποιήθηκε η μεικτή μεθοδολογία. Αρχικά χρησιμοποιήθηκαν διάφορα τεστ (αναγνωστικής ικανότητας, μνήμης εργασίας, Τεστ Επιβεβαίωσης Ορθότητας Προτάσεων) και δοκίμια για τον ηλεκτρισμό (προπειραματικό δοκίμιο, μεταπειραματικό δοκίμιο). Ακολούθησε η διεξαγωγή ατομικών συνεντεύξεων στους συμμετέχοντες με την εφαρμογή του Πρωτόκολλου Μεγαλόφωνης Σκέψης. Η συγκεκριμένη διαδικασία έγινε μόνο σε όσους από τους συμμετέχοντες είχαν παρουσιάσει κάποια παρανόηση σε ότι αφορά βασικές αρχές και έννοιες του ηλεκτρισμού και ειδικότερα για το ηλεκτρικό κύκλωμα σε σειρά. Τον πληθυσμό της έρευνας αποτέλεσαν όλοι οι μαθητές της έκτης τάξης των δημόσιων δημοτικών σχολείων της Κύπρου, κατά τη σχολική χρονιά 2011-2012. Στη συγκεκριμένη έρευνα η επιλογή του δείγματος των μαθητών έγινε με βολική δειγματοληψία, επειδή η ερευνήτρια είχε εύκολη πρόσβαση στη συγκεκριμένη σχολική μονάδα. Το δείγμα αποτέλεσαν οι 64 μαθητές της έκτης τάξης της συγκεκριμένης σχολικής μονάδας. Το ποσοστό θετικής ανταπόκρισης ήταν 97% (Ν=62) και μέσος όρος της ηλικίας των συμμετεχόντων ήταν τα 11 χρόνια. Τα αποτελέσματα της έρευνας φαίνεται να ενισχύουν αλλά και να ενισχύονται από την ήδη υφιστάμενη γνώση, όπως αυτή παρουσιάζεται στη διεθνή βιβλιογραφία. Συγκεκριμένα τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι αρκετοί από τους συμμετέχοντες που έχουν σημαντικές παρανοήσεις για τον τρόπο λειτουργίας του ηλεκτρικού κυκλώματος σε σειρά, μπορούν να αναθεωρήσουν αυτές τους τις εναλλακτικές ιδέες/απόψεις μόνο όταν διαβάσουν τα αντίστοιχα με την παρανόησή τους κείμενα αντιπαράθεσης. Τα κείμενα αντιπαράθεσης, είναι κείμενα εξειδικευμένης μορφής και σε αντίθεση με τα παραδοσιακά ερμηνευτικά κείμενα, που υπάρχουν ακόμη και σήμερα στα κυπριακά διδακτικά εγχειρίδια των φυσικών επιστημών, παρουσιάζουν την πιθανή παρανόηση που έχουν οι αναγνώστες τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι συμμετέχοντες που διάβασαν τα συγκεκριμένα κείμενα, να ενεργοποιήσουν την προϋπάρχουσά τους γνώση που ήταν λανθασμένη, η οποία ακολούθως μέσα από την εννοιολογική σύγκρουση είχε ως επακόλουθο την αναθεώρηση των αρχικών τους παρανοήσεων. Επιπλέον, οι συγκεκριμένοι αναγνώστες που διάβασαν τα κείμενα αντιπαράθεσης ενεργοποίησαν κυρίως τις σημαντικότερες από τις νοητικές διεργασίες όπως την ενεργοποίηση της προϋπάρχουσας γνώσης, τα συνδετικά συμπεράσματα, τα επεξηγηματικά συμπεράσματα, τη συναισθηματική φόρτιση/επιφωνήματα, τη στρατηγική εννοιολογικής σύγκρουσης, το μεταγνωστικό έλεγχο, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους αναγνώστες που διάβασαν τα απλά ερμηνευτικά κείμενα. Εντούτοις, από τα αποτελέσματα της έρευνας δεν επιβεβαιώθηκε πώς οι ατομικές διαφορές των αναγνωστών επηρεάζουν την αλληλεπίδραση που υπάρχει ανάμεσα στην προϋπάρχουσα γνώση και τη δομή των κειμένων. Το συγκεκριμένο, βέβαια, αποτέλεσμα επισημαίνει την αναγκαιότητα για διεξαγωγή μελλοντικών ερευνών με το ίδιο θέμα στο κυπριακό συγκείμενο. Καταληκτικά, σύμφωνα με τα συγκεκριμένα αποτελέσματα είναι προφανές ότι έχει προκύψει νέα γνώση αναφορικά με τον τρόπο της διδακτικής των φυσικών επιστημών με τη χρήση των πρωτοποριακών κειμένων αντιπαράθεσης. Τα πορίσματα της έρευνας χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής όπου με την κατάλληλη επεξεργασία τους από διάφορους φορείς της εκπαίδευσης (Πανεπιστήμια, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού) η αξιοποίησή τους μπορεί να οδηγήσει στην ποιοτική βελτίωση των μαθησιακών επιδόσεων των μαθητών στο μάθημα των φυσικών επιστημών.el_GR
dc.format.extentxiv, 159 σ. πιν. 30 εκ.el_GR
dc.languagegrel_GR
dc.language.isogrel_GR
dc.subjectΦυσικές επιστήμες -- Έρευναel_GR
dc.subjectNatural sciences -- Researchel_GR
dc.titleΗ μάθηση από κείμενα αντιπαράθεσης στις φυσικές επιστήμες και οι παράγοντες που την επηρεάζουνel_GR
dc.typeΜεταπτυχιακή Διατριβήel_GR
dc.description.translatedabstractIn recent years, more and more systematic investigations in the field of natural sciences focused on the detection of misconceptions that pupils, college and university students and teachers have, concerning important concepts and principles in science. This had as a result the production of significant and valuable literature, internationally, in various scientific domains including electricity. However, in Cyprus, this specific topic remains on the sidelines, even though, currently the largest change in the Cypriot educational system is underway, namely the educational reform. This research investigated the cognitive, linguistic and textual factors that influence how young pupils, in sixth grade of public school (11-12 years), learn science through refutation text. The present study employed a mixed methods approach. Specifically, various tests (reading ability, working memory, Sentence Verification Technique) and essays on electricity (pre-test, post-test) were used in conjunction with think aloud protocols. The think-aloud methodology was only used for the participants who had experienced some misunderstanding in terms of basic principles and concepts of electricity and specifically of the electrical circuit in series. The population of the survey was all sixth grade pupils of public elementary schools in Cyprus, during the school year 2011-2012. The sample consisted of 64 sixth grade pupils from a conveniently sampled school. The response rate was 97% (N = 62) and the average age of the participants was 11 years. The results of the present study both align with and enrich the extant literature. Specifically, the results showed that several of the participants, who had significant misconceptions about how the circuit in series works, revised their alternative ideas/opinions after they read the refutation texts. A refutation text is a specialized form of text and unlike the traditional interpretative texts, which exist even today in the Cypriot textbooks in science, presents and explains to the readers commonsense misunderstandings. As a result, the reading of these texts activates the participants’ incorrect prior knowledge, and result in the revision of their original misunderstandings through conceptual conflict. Furthermore, pupils who read the refutation texts engaged in cognitive processes such as, activation of prior knowledge, connecting inferences, explanatory inferences, emotional/exclamations, strategic conceptual change, metacognitive control. However, the results of the study did not provide evidence for the effect of individual differences in reading skill and working memory on pupils’ performance. This finding certainly stresses the need for further research. In conclusion, the findings of the present study contribute significantly to our understanding regarding the way science can be taught using innovative refutation texts. Furthermore, the findings have educational implications for the improvement of the pupils’ learning performance in science.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Files in this item

Thumbnail

This item appears in the following Collection(s)

Show simple item record