Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.advisorΠετρίδου, Αλεξάνδρα
dc.contributor.authorΣτυλιανού, Χρυστάλλα
dc.contributor.otherStylianou, Chrystalla
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2019-03-14T09:57:45Z
dc.date.available2019-03-14T09:57:45Z
dc.date.copyright2019-03-14
dc.date.issued2018-12
dc.identifier.otherΕΠΑ/2018/00067el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/3934
dc.descriptionΠεριέχει βιβλιογραφικές παραπομπές.el_GR
dc.description.abstractΣτο πλαίσιο της εκσυγχρονιστικής προσπάθειας του εκπαιδευτικού συστήματος της Κύπρου σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές εκπαιδευτικές αντιλήψεις για τη διαμόρφωση μαθητών και μαθητριών που αντιλαμβάνονται το γραπτό λόγο ως υψηλή δεξιότητα σημαντική για την κοινωνική και ακαδημαϊκή τους ζωή, η παρούσα έρευνα εστιάζει στις γραπτές επιδόσεις στην παραγωγή γραπτού λόγου και στην αυτεπάρκεια συγγραφής των μαθητών και μαθητριών μέσης εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, η παρούσα έρευνα αποσκοπούσε να διερευνήσει την επίδραση του Διαδραστικού Πίνακα (ΔΠ) στις επιδόσεις και στην αυτεπάρκεια των μαθητών και μαθητριών μέσης εκπαίδευσης στην παραγωγή γραπτού λόγου καθώς επίσης τις απόψεις τους σχετικά με τη τεχνολογική αυτή χρήση στη διδασκαλία της γραπτής έκθεσης. Για το σκοπό αυτό υιοθετήθηκε μικτός μεθοδολογικός σχεδιασμός και συγκεκριμένα ο διαδοχικός επεξηγηματικός σχεδιασμός μικτής μεθοδολογίας ο οποίος περιλάμβανε τη συλλογή και την ανάλυση πρώτα ποσοτικών και στη συνέχεια ποιοτικών δεδομένων, σε δύο διαδοχικές φάσεις. Στην πρώτη φάση της έρευνας διεξάχθηκε ψευδό-πείραμα με προσέγγιση σχεδιασμού προελέγχου και μετά-ελέγχου με σκοπό να διερευνηθεί η επίδραση του ΔΠ στις δεξιότητες γραπτού λόγου και στην αυτεπάρκεια των μαθητών και μαθητριών γι’ αυτές. Στο ψευδοπείραμα έλαβαν μέρος δύο υφιστάμενα τμήματα πρώτης Λυκείου (15 μαθητές/μαθήτριες στο καθενα): το πρώτο τμήμα ήταν η πειραματική ομάδα (ΠΟ) και το δεύτερο η ομάδα ελέγχου (ΟΕ). Στις δύο ομάδες έγινε αρχική και τελική μέτρηση της επίδοσης στην παραγωγή γραπτού λόγου και του βαθμού αυτεπάρκειας και αυτοαποτελεσματικότητας. Η διδασκαλία/παρέμβαση έγινε μόνο στην πειραματική ομάδα, είχε διάρκεια πέντε διδακτικών ωρών και περιλάμβανε την αξιοποίηση του ΔΠ. Στη δεύτερη, ποιοτική φάση της έρευνας, πραγματοποιήθηκαν ατομικές συνεντεύξεις με τους συμμετέχοντες της ΠΟ ώστε να κατανοηθούν καλύτερα οι απόψεις τους και οι στάσεις τους απέναντι στην αξιοποίηση του ΔΠ στη διδασκαλία καθώς και για την επίδραση της αξιοποίησης στον βαθμό αυτεπάρκειας τους στην παραγωγή γραπτού λόγου. Η ανάλυση των ποσοτικών δεδομένων αξιοποίησε τεχνικές της περιγραφικής και επαγωγικής στατιστικής ενώ τα ποιοτικά δεδομένα αναλύθηκαν με τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου. Τα σημαντικότερα ευρήματα της παρούσας έρευνας ήταν τα εξής: η ΠΟ και η ΟΕ σημείωσαν στατιστικά σημαντική βελτίωση στη συνολική επίδοση μετά την παρέμβαση, χωρίς όμως να διαφοροποιούνται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μεταξύ τους. Σε σχέση με την επίδοση στα επιμέρους κριτήρια που μετρούν γραπτές δεξιότητες (Περιεχόμενο, Δομή, Έκφραση, Ορθογραφία) τόσο η ΠΟ όσο και η ΟΕ βελτιώθηκαν σε στατιστικά σημαντικό βαθμό στο κριτήριο του Περιεχομένου και της Δομής χωρίς όμως να διαφοροποιούνται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μεταξύ τους. Συγκρίνοντας τις μεταβολές της επίδοσης μεταξύ αρχικής και τελικής μέτρησης στα επιμέρους κριτήρια, η ΠΟ διαφοροποιείται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό από την ΟΕ στο κριτήριο της Έκφρασης, καθώς σημείωσε βελτίωση στην επίδοση ενώ αντίθετα η ΟΕ σημείωσε μείωση. Αναφορικά με τον βαθμό αυτεπάρκειας διαφάνηκε ότι η ΠΟ σημείωσε σημαντική βελτίωση στα κριτήρια Περιεχομένου και Δομής από την αρχική στη τελική μέτρηση ενώ η ΟΕ δεν σημείωσε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο μετρήσεων. Συγκρίνοντας, τις τελικές μετρήσεις του βαθμού αυτεπάρκειας των δύο ομάδων βρέθηκε ότι η ΠΟ βιώνει σημαντικά μεγαλύτερη αυτεπάρκεια στην Έκφραση από ό,τι η ΟΕ. Οι δύο ομάδες όμως δεν διαφοροποιήθηκαν σε στατιστικά σημαντικό βαθμό ως προς τις μεταβολές στην αυτεπάρκεια μεταξύ αρχικής και τελικής μέτρησης αλλά ούτε σε σχέση με τον βαθμό αυτοαποτελεσματικότητας. Τέλος, οι μαθητές και οι μαθήτριες της ΠΟ εκφράστηκαν θετικά ως προς τη συμβολή του ΔΠ στην αύξηση της αυτεπάρκειας συγγραφής και διατύπωσαν τη θέληση τους να συνεχιστεί η αξιοποίηση του ΔΠ στη διδασκαλία της γραπτής έκθεσης και επίσημα. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας συζητούνται στο πλαίσιο της βιβλιογραφίας καθώς και οι συνεπαγωγές τους για τη διδακτική πράξη.el_GR
dc.format.extentxiii, 165 σ. 30 εκ.el_GR
dc.languagegrel_GR
dc.language.isogrel_GR
dc.publisherΑνοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρουel_GR
dc.rightsinfo:eu-repo/semantics/closedAccessel_GR
dc.subjectΜέση εκπαίδευση -- Διαδραστικός πίνακαςel_GR
dc.subjectSecondary education -- Interactive whiteboardel_GR
dc.titleΗ αξιοποίηση του διαδραστικού πίνακα στο γλωσσικό μάθημα: Επίδραση στις δεξιότητες παραγωγής γραπτού λόγου και στην αυτεπάρκεια των μαθητών στην Α' Λυκείουel_GR
dc.typeΜεταπτυχιακή Διατριβήel_GR
dc.description.translatedabstractThe current research focuses on secondary education students’ writing skills and their writing self-efficacy. In particular, this study aimed to explore the impact of Interactive Whiteboard (IWB) on students’ achievement and self-efficacy in writing as well as their views and attitudes towards integrating technology in the teaching of writing skills. For this purpose a mixed-methods design was employed and specifically the sequential explanatory design which involved collection and analysis of quantitative data followed by a collection and analysis of qualitative data in two successive phases. In the first phase of the study a pseudo-experiment was conducted. Specifically, a non-equivalent groups design was employed with two existing upper secondary school classes (with 15 students each): the first class formed the experimental group (EG) and the second the control group (CG). Only the experimental group was exposed to the intervention which included teaching writing with the use of IWB. Measurements of students’ writing skills and self-efficacy in both groups were made before and after the integration of IWB in the teaching of writing. In the second phase of the study, one-to-one interviews with the experimental group’s participants were conducted. Interviews aimed to provide a better understanding of students’ views and attitudes towards the integration of the IWB in the teaching of writing and the impact of the integration on their writing skills and feelings of self-efficacy. Quantitative data was analysed using both descriptive statistics and inferential statistics while qualitative data was analyzed by employing content analysis method. Findings suggested that both groups showed a statistically significant improvement in writing performance; however no statistically significant differences were found between them. In terms of performance in four writing quality criteria (Content, Structure, Expression and Spelling), both the experimental and control group improved significantly their skills in Content and Structure, but the differences between them again were not found to be statistically significant. Comparisons of gains in performance between pretest and posttest measurements revealed statistical significant differences in performance in Expression skills among the two groups. For the experimental group there was an increase in performance in Expression skills from pretest to posttest scores, while a decrease was noted for the control group. In terms of writing self-efficacy, the experimental group showed a statistically significant improvement in the criteria of Content and Structure from pretest to posttest measurements; while for the control group no statistically significant difference were found. Between group analyses of posttest self-efficacy scores, showed that the experimental group had a statistically significant higher score in the criteria of Expression than the control group. Comparisons of gains in self-efficacy between pretest and posttest measurements, showed no statistically significant differences among the two groups. Finally, the experimental group expressed positive views towards the integration of the IWB in the teaching of writing skills and they suggested that it should be used by teachers on a mandatory basis. Furthermore, they acknowledged the contribution of the IWB in the improvement of their writing skills as well as their writing self-efficacy. The study’s findings are discussed in the context of existing literature along with their implications for teaching practice.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Thumbnail

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

Εμφάνιση απλής εγγραφής