Συνομιλιακοί δείκτες της Κυπριακής. Η περίπτωση του τάχα
Abstract
Οι συνομιλιακοί δείκτες αποτελούν τη γλωσσική κατηγορία γύρω από την οποία στρέφεται το ενδιαφέρον της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, η εν λόγω μεταπτυχιακή εργασία επικεντρώνεται στη μελέτη και εξέταση του συνομιλιακού δείκτη τάχα της Κυπριακής μέσα από καθημερινές συνομιλιακές διεπιδράσεις των φυσικών ομιλητών/τριών της Κυπριακής, αποσκοπώντας στην ερμηνεία του τρόπου λειτουργίας και χρήσης του.
Στο πρώτο και εισαγωγικό μέρος διατυπώνεται το ερευνητικό πρόβλημα και καθορίζεται η αναγκαιότητα και σπουδαιότητα της έρευνας του συνομιλιακού δείκτη τάχα της Κυπριακής. Ειδικότερα, τόσο το περιγραφικό όσο και ερμηνευτικό κενό αναφορικά με τον εν λόγω συνομιλιακό δείκτη καθώς και η ανάγκη μιας ενιαίας ερμηνευτικής αντιμετώπισης των λειτουργιών των συνομιλιακών δεικτών όχι μόνο συνιστούν τα ερευνητικά προβλήματα, αλλά και καθιστούν χρήσιμη και απαραίτητη την εκπόνηση της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας. Η πραγματική όμως πρόκληση για την πραγματολογική ανάλυση του συνομιλιακού δείκτη τάχα της Κυπριακής είναι η επίτευξη μιας ενιαίας ερμηνευτικής προσέγγισης της πληθώρας των λειτουργιών του. Ως εκ τούτου, η μεταπτυχιακή αυτή εργασία επιχειρεί να προτείνει μια ενιαία σημασιολογική/πραγματολογική ανάλυση των επιφανειακά ποικίλων λειτουργιών του εν λόγω συνομιλιακού δείκτη, στοχεύοντας να εντοπίσει ένα ελάχιστο πυρήνα σημασίας τέτοιο, που να επιτρέπει να συνάγεται το/η κατάλληλα επιδιωκόμενο/η σε κάθε περίπτωση νόημα/συνομιλιακή λειτουργία από τον/την ομιλητή/τρια.
Στο δεύτερο μέρος, όπου προσδιορίζεται το βιβλιογραφικό θεωρητικό πλαίσιο, οριοθετείται η κατηγορία των συνομιλιακών δεικτών, παρατίθενται τα χαρακτηριστικά τους και παρουσιάζονται οι κυριότερες θέσεις δύο θεωρητικών προσεγγίσεων, αυτές της Θεωρίας των Γλωσσικών Πράξεων και της Θεωρίας της Συνάφειας, που θα αποτελέσουν τη βάση για την πραγματολογική ανάλυση του τάχα της Κυπριακής. Η κύρια έμφαση του θεωρητικού μέρους εντοπίζεται στην πραγμάτευση των προτάσεων ανάλυσης των συνομιλιακών δεικτών σύμφωνα με τα πιο πάνω θεωρητικά πλαίσια.
Στο τρίτο μέρος επιλέγεται το τάχα της Κυπριακής και επιχειρείται συστηματική και εις βάθος διερεύνησή του. Σε πρώτο στάδιο, αναφέρονται οι λεξιλογικές και σημασιολογικές περιγραφές του τάχα και στη συνέχεια επιδιώκεται η ένταξή του στην κατηγορία των συνομιλιακών δεικτών. Αναλύεται ακολούθως ο συνομιλιακός δείκτης τάχα της Κυπριακής κάτω από την οπτική της Θεωρίας των Γλωσσικών Πράξεων και της Θεωρίας της Συνάφειας με παράλληλες αναφορές και συγκρίσεις με τον αντίστοιχο συνομιλιακό δείκτη της Κοινής Νέας Ελληνικής. Πιο συγκεκριμένα, ο συνομιλιακός δείκτης τάχα της Κυπριακής εντάσσεται στο πλαίσιο ανάλυσης της Θεωρίας Γλωσσικών Πράξεων, όπου εντοπίζονται διάφορα προβλήματα περιγραφικής και ερμηνευτικής ανεπάρκειας των λειτουργιών του τάχα της Κυπριακής, που οφείλονται στις θεωρητικές γραμμές ανάλυσης της συγκεκριμένης προσέγγισης. Ο συνομιλιακός δείκτης τάχα της Κυπριακής εντάσσεται, μετέπειτα, στο πλαίσιο της Θεωρίας της Συνάφειας όπου εξετάζεται η αληθειακή (truth-condiotional) ή μη υπόστασή του , η συνεισφορά του στη ρητή ή υπόρρητη πλευρά της επικοινωνίας αλλά και η εννοιολογική (conceptual) ή διαδικαστική (procedural) σημασία του.
Στο τέλος, συγκεντρώνονται τα συμπεράσματα της μεταπτυχιακής αυτής εργασίας, όπου και αναδεικνύεται ότι η Θεωρία της Συνάφειας παρέχει μια οικονομική και επαρκώς περιγραφική πραγματολογική ανάλυση για την πληθώρα των λειτουργιών του τάχα της Κυπριακής κάτω από τους άξονες αληθειακή (truth-conditional) ή μη υπόσταση, για τη συνεισφορά του στη ρητή ή υπόρρητη πλευρά της επικοινωνίας αλλά και την εννοιολογική (conceptual) ή διαδικαστική (procredural) του σημασία. Κύριο συμπέρασμα είναι ότι ο ΣΔ τάχα της Κυπριακής μεταφέρει τη βασική πυρηνική σημασία της αμφισβήτησης αναφορικά με τις προθέσεις, στάσεις, συναισθήματα του/της ομιλητή/τριας και χρησιμοποιείται όταν η νοητική πραγματικότητα του/της ομιλητή/τριας δεν συνάδει με την κατάσταση πραγμάτων στον κόσμο.