Αποτελεσματικότητα της ακτινο-χημιοθεραπείας (ΑΧΜΘ) σε ασθενείς με καρκίνο του πρωκτού που αντιμετωπίστηκαν στο Ογκολογικό Κέντρο της Τράπεζας Κύπρου (ΟΚΤΚ): 15 χρόνια εμπειρίας
Abstract
Εισαγωγή: Οι καρκίνοι του πρωκτού είναι σπάνιοι και αντιπροσωπεύουν το 2% των γαστρεντερικών κακοηθειών. Η επίπτωσή τους αυξάνεται, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Η ενδεδειγμένη θεραπεία είναι η ταυτόχρονη ριζική άκτινο-χημειοθεραπεία. Τα συνολικά ποσοστά πενταετούς επιβίωσης φθάνουν το 75%, το ποσοστό επιβίωσης ελεύθερης κολοστομίας κυμαίνεται μεταξύ 65-70% και το ποσοστό ολικής ανταπόκρισης φθάνει το 90%. Ενώ τα αποτελέσματα της θεραπείας είναι εξαιρετικά, οι συναφείς τοξικότητες είναι σημαντικές. Τα ποσοστά αναφερόμενης οξείας τοξικότητας βαθμού 3/4 φθάνουν μέχρι το 80%. Σκοπός: Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και τοξικότητας της ριζικής ΑΧΜΘ σε ασθενείς με πρωκτικό καρκίνο που θεραπεύτηκαν στο ΟΚΤΚ. Δείγμα και μέθοδος: Οι φάκελοι των ασθενών που διαγνώστηκαν με μη μεταστατικό πρωκτικό καρκίνο και θεραπεύτηκαν με ΑΧΜΘ μελετήθηκαν αναδρομικά σε σχέση με την αποτελεσματικότητα και την τοξικότητα. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε ΜΤ σταδιοποίησης πριν και μετά τη θεραπεία. Αξονική τομογραφία (ΑΤ) πραγματοποιήθηκε πριν από την έναρξη της ΑΧΜΘ, κάθε 6 μήνες έως τα 2 χρόνια και ετησίως έως τα 5 έτη. Οι ασθενείς αξιολογούνταν κλινικά κάθε 3 μήνες για τα πρώτα 2 χρόνια και ακολούθως κάθε 6 μήνες. Η τοξικότητα καταγράφηκε χρησιμοποιώντας τα κριτήρια CTCAEv4. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων χρόνου από την εκδήλωση κάποιου γεγονότος πραγματοποιήθηκε χρησιμοποιώντας την ανάλυση κατά Kaplan-Meier.
Αποτελέσματα: Από το 2003 έως το 2017 εξήντα εννέα ασθενείς έλαβαν ΑΧΜΘ. Η δόση ακτινοθεραπείας κυμαινόταν μεταξύ 5220-5940cGy. Η μέση ηλικία ήταν τα 63 έτη, με 38 ασθενείς να είναι γυναίκες και 31 άνδρες. Δύο ασθενείς είχαν νόσο σταδίου Ι, 22 σταδίου II, 9 σταδίου ΙΙΙΑ και 36 σταδίου IIIΒ. Η τεχνική IMRT χρησιμοποιήθηκε στο 56% των ασθενών. Η μέση και μέσος όρος παρακολούθησης ήταν οι 31 και 50 μήνες αντίστοιχα. Το ποσοστό πλήρους κλινικής ανταπόκρισης στους 3 μήνες ήταν 84%. Τα ποσοστά τριετούς συνολικής επιβίωσης, επιβίωσης ελεύθερης νόσου, επιβίωσης ελεύθερης τοπο-περιοχικής υποτροπής, επιβίωσης ελεύθερης μετάστασης και επιβίωσης χωρίς κολοστομία ήταν 85%, 82%, 87%, 89% και 82% αντίστοιχα. Η συνολική επιβίωση στην τριετία ήταν 100% για το στάδιο Ι, 89,5% για το στάδιο ΙΙ, 83,3% για το στάδιο ΙΙΙΑ και 75,2% για τους ασθενείς με στάδιο ΙΙΙΒ. Οι τιμές παρέμειναν αμετάβλητες μετά από 3 έτη παρακολούθησης. Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στις επιβιώσεις μεταξύ των ασθενών που αντιμετωπίστηκαν με IMRT έναντι CRT, εκτός από τη συνολική επιβίωση που ευνοούσε αυτούς που αντιμετωπίστηκαν με IMRT (p<0,023).
Τα ποσοστά οξείας τοξικότητας βαθμού 3/4 ήταν: δερματίτιδα 43,5%, διάρροια 10,1%, πρωκτίτιδα 39,1%, συχνοουρία-κυ στίτιδα 2,8%, ουδετεροπενικός πυρετός 8,6%, θρομβοπενία 2,9% και λευκοπενία 13%. Η συχνότητα απώτερης τοξικότητας βαθμού 3/4 ήταν μικρή, με 2 ασθενείς να αναπτύσσουν συρίγγιο (2,8%) και 3 πρωκτική στένωση (3,3%). Ένας ασθενής ανέπτυξε δευτερογενή κακοήθεια (σάρκωμα) στα 4 χρόνια παρακολούθησης. Η οξεία δερματίτιδα βαθμού 3 ήταν συχνότερη σε ασθενείς που έλαβαν CRT (53,3% έναντι 35,9%), ενώ δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στην οξεία διάρροια βαθμού 3. Η λευκοπενία βαθμού ΙΙΙ ήταν συχνότερη στους ασθενείς που θεραπεύτηκαν με CRT. Στους 3 μήνες παρακολούθησης η συχνότητα βαθμού I/II διάρροιας ήταν στατιστικά υψηλότερη στους ασθενείς της ομάδας CRT.
Συμπεράσματα: Στη μελέτη αυτή παρουσιάζονται τα αποτελέσματα ασθενών με καρκίνο του πρωκτού που θεραπεύτηκαν στο ΟΚΤΚ. Τα ποσοστά επιβίωσης είναι συγκρίσιμα με εκείνα των δημοσιευμένων μελετών της βιβλιογραφίας. Τα συνολικά ποσοστά οξείας και απώτερης τοξικότητας βρίσκονται εντός των αναμενόμενων ορίων. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτής της μελέτης είναι η δυνατότητα σύγκρισης των αποτελεσμάτων μεταξύ των ασθενών που αντιμετωπίστηκαν με CRT έναντι IMRT. Η συνολική επιβίωση ήταν στατιστικά σημαντικά υψηλότερη σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με IMRT. Επιπλέον, τα ποσοστά τοξικότητας ήταν υψηλότερα στους ασθενείς με CRT. Στους 3 μήνες παρακολούθησης η συχνότητα βαθμού I/II διάρροιας ήταν στατιστικά υψηλότερη στους ασθενείς της ομάδας CRT.