Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.advisorΒογιατζάκης, Ιωάννης
dc.contributor.authorSutherland, Louise
dc.contributor.otherSutherland, Louise
dc.coverage.spatialΚύπροςel_GR
dc.date.accessioned2018-02-05T08:44:14Z
dc.date.available2018-02-05T08:44:14Z
dc.date.copyright2018-02-05
dc.date.issued2017-07
dc.identifier.isbn978-9963-695-55-3
dc.identifier.otherΔΚ-ΔΠΠ/2017/00001el_GR
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/11128/3227
dc.descriptionIncludes bibliographical references.el_GR
dc.description.abstractIt is widely acknowledged that much conservation research does not support conservation practice because it is not implemented. Described as the research – implementation gap, its causes have been debated within the literature since the early development of conservation science. This thesis explored the use of well established strategic conservation planning tools; species distribution modelling using MaxEnt and least cost path modelling within rule based and expert derived landscape permeability models, in order to increase understanding of conservation research implementation barriers and solutions. The tools were evaluated through a microethnographic case study within the applied setting of the Forestry Commission, UK. In addition, the wider validity of the findings was explored through a questionnaire survey to conservation practitioners in seventeen diverse conservation organisations across the UK. Each modelling tool demonstrated potential to provide valuable data to support conservation management decisions for adder Vipera berus conservation in Wyre Forest, Worcestershire, England. However, there were differences in the extent to which each tool could address the research questions and how useful it was perceived by conservation practitioners. As evidenced by this study, practitioners considered landscape permeability modelling to be more useful than species distribution modelling using MaxEnt. The expert derived landscape scoring approach provide more accurate answers to the research questions related to landscape permeability compared to the rule based scoring approach. Forestry Commission staff were keen to adopt the tools and use results within their conservation planning and management. Yet despite staff’s enthusiasm for the tools’ ability to provide scientific justification for management decisions, time constraints prevented the organisation from adopting these tools. However, the results of modelling undertaken within the case study were implemented, and used to determine the locations for adder’s habitat restoration activities. According to the findings of this thesis the research implementation barriers described in the literature can be overcome by appropriate research design. Therefore it suggests that the majority of implementation barriers are not true barriers, but merely the result of developing and undertaking conservation research without the involvement of conservation practitioners. This work concludes that research implementation requires the urgent i adoption of what is already normal practice in other applied sciences: namely partnership with the conservation industry. This would support the development of communication networks, similar to those between applied university research and other industries,, which support ongoing, reciprocal information flow at all stages of research, this enables the building of social capital and thus ensures research implementation.el_GR
dc.format.extentxiv, 280 p. 30 cm.el_GR
dc.languageenel_GR
dc.language.isoenel_GR
dc.publisherΑνοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρουel_GR
dc.rightsinfo:eu-repo/semantics/closedAccessel_GR
dc.subjectΒιοποικιλότητα -- Στρατηγικός σχεδιασμόςel_GR
dc.subjectBiodiversity -- Strategic planningel_GR
dc.subjectConservation planningel_GR
dc.titleAn evaluation of strategic conservation planning modelling techniques and analysis of the barriers to their wider adoption and implementationel_GR
dc.typeΔιδακτορική Διατριβήel_GR
dc.contributor.committeememberGriffiths, Geoffrey H.
dc.contributor.committeememberΔημόπουλος, Παναγιώτης
dc.contributor.committeememberPotts, Simon
dc.contributor.committeememberTzanopoulos, Joseph
dc.description.translatedabstractΕίναι ευρέως αποδεκτό ότι μεγάλο μέρος της έρευνας που αφορά στη βιολογία της διατήρησης δεν υποστηρίζεται στην πράξη διότι απλά δεν εφαρμόζεται. Γνωστό ως το χάσμα έρευνας - εφαρμογής, οι αιτίες του έχουν συζητηθεί στη βιβλιογραφία από τις αρχές της ανάπτυξης της επιστήμης της βιολογίας της διατήρησης. Η παρούσα διατριβή διερεύνησε τη χρήση καθιερωμένων εργαλείων στρατηγικού σχεδιασμού στη διατήρηση της βιοποικιλότητας: μοντέλα κατανομής ειδών με τη χρήση του λογισμικού MaxEnt και μοντέλα διαδρομής ελαχίστου κόστους βασιζόμενα τόσο σε κανόνες όσο και στην άποψη ειδικών ώστε να ενισχύσει την κατανόηση των εμποδίων στην εφαρμογή της έρευνας στη βιολογία διατήρησης και τις δυνατότητες επίλυσης τους. Τα εργαλεία αυτά αξιολογήθηκαν με τη βοήθεια μικρο-εθνογραφικής μελέτης περίπτωσης που εφαρμόστηκε στη Δασική Υπηρεσία του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ). Παράλληλα η εγκυρότητα των ευρημάτων εξετάστηκε με τη βοήθεια ερωτηματολογίου το οποίο στάλθηκε προς δεκαεπτά οργανώσεις που ασχολούνται με τη βιολογία διατήρησης στο ΗΒ. Καθένα από τα εργαλεία μοντελοποίησης είναι δυνητικά ικανό να προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για την υποστήριξη των αποφάσεων διαχείρισης της διατήρησης για την οχιά (Vipera berus) στο Wyre Forest, Worcestershire, στην Αγγλία. Παρόλα αυτά υπήρχαν διαφορές στο πώς ακριβώς κάθε εργαλείο θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα ερευνητικά ερωτήματα και πόσο χρήσιμο ήταν για τους επαγγελματίες βιολογίας της διατήρησης. 'Όπως καταδείχθηκε από αυτή τη μελέτη, οι επαγγελματίες θεωρούν τα μοντέλα διαπερατότητας του τοπίου πιο χρήσιμα από ό,τι τα μοντέλα πρόβλεψης κατανομής ειδών με τη χρήση MaxEnt. Η προσέγγιση της βαθμονόμηση του τοπίου με τη βοήθεια ειδικών παρέχει πιο ακριβείς απαντήσεις στα ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με τη διαπερατότητα του τοπίου σε σύγκριση με τη μοντελοποίηση βάση κανόνων. Το προσωπικό της Δασικής Υπηρεσίας ήταν πρόθυμο να υιοθετήσει τα εργαλεία και να χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα ως μέρος του των πρακτικών που εφαρμόζει στο σχεδιασμό της διατήρησης και τη διαχείριση . Ωστόσο, παρά τον ενθουσιασμό του προσωπικού για την ικανότητα του εργαλείου να παρέχει επιστημονική αιτιολόγηση για τις αποφάσεις διαχείρισης, οι χρονικοί περιορισμοί εμπόδισαν την οργάνωση στην υιοθέτηση των εργαλείων αυτών. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα της μοντελοποίησης i που έγινε στο πλαίσιο της μελέτης περίπτωσης εφαρμόστηκαν, και χρησιμοποιήθηκαν για να καθοριστούν οι θέσεις για τις δραστηριότητες αποκατάστασης των ενδιαιτημάτων της οχιάς. Με βάση τα ευρήματα της διατριβής, τα εμπόδια υλοποίησης της έρευνας που περιγράφονται στη βιβλιογραφία μπορούν να ξεπεραστούν με τον κατάλληλο ερευνητικό σχεδιασμό. Ως εκ τούτου, η μελέτη προτείνει ότι η πλειοψηφία των εμποδίων εφαρμογής δεν αποτελούν πραγματικό εμπόδιο, παρά μόνο καταδεικνύουν πού οδηγεί η ανάπτυξη και εφαρμογή της έρευνας στη βιολογία διατήρησης χωρίς τη συμμετοχή των επαγγελματιών του τομέα. Η μελέτη συμπεραίνει ότι η εφαρμογή της έρευνας απαιτεί την επείγουσα υιοθέτηση της συνήθους πρακτικής σε άλλες εφαρμοσμένες επιστήμες δηλαδή τη συνεργασία με όλους του εμπλεκόμενους φορείς στη βιολογία της διατήρησης. Αυτό θα στηρίξει την ανάπτυξη δικτύων επικοινωνίας, παρόμοιων με εκείνα μεταξύ της εφαρμοσμένης πανεπιστημιακής έρευνας και της βιομηχανίας, τα οποία θα επιτρέψουν την οικοδόμηση κοινωνικού κεφαλαίου και θα υποστηρίξουν τη συνεχιζόμενη και αμοιβαία ροή πληροφορίας σε όλα τα στάδια της έρευνας, και ως εκ τούτου θα διασφαλίσουν την εφαρμογή της.el_GR
dc.format.typepdfel_GR


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

Thumbnail

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

Εμφάνιση απλής εγγραφής