Ένα εργαλείο αξιολόγησης της καταλληλότητας κειμένου για τη γλωσσική διδασκαλία: η εφαρμογή διαΚειμένου
Abstract
Η παρούσα διδακτορική διατριβή μελετά την καταλληλότητα των αποτελεσμάτων που επιστρέφονται ως απάντηση στο ερώτημα του εκπαιδευτικού προς μια μηχανή αναζήτησης, δεδομένου των επιδιωκόμενων μαθησιακών στόχων της γλωσσικής διδασκαλίας, και, προτείνει την ανάπτυξη ενός συστήματος, με την ονομασίαδιαΚειμένου, που επιτρέπει στον εκπαιδευτικό να αξιολογήσει την καταλληλότητα ενός κειμένου, σύμφωνα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Στη διατριβή αυτή παρουσιάζεται η σχεδίαση, η ανάπτυξη και τα αποτελέσματα αξιολόγησης της ευχρηστίας του συστήματος αυτού.
Με τη γενική παραδοχή ότι ο εκπαιδευτικός χρειάζεται κείμενα προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του γλωσσικού μαθήματος, τα οποία αντλεί κυρίως από το διαδίκτυο, η παρούσα διατριβή θέτει ως στόχο, αφενός, να εντοπίσει τα χαρακτηριστικά που καθιστούν ένα κείμενο κατάλληλο για τη γλωσσική διδασκαλία και με βάση αυτά να ορίσει τα κριτήρια καταλληλότητας κειμένου, και αφετέρου, να διερευνήσει εάν τα εργαλεία αναζήτησης και ανάκτησης της πληροφορίας από το διαδίκτυο, δηλαδή οι μηχανές αναζήτησης, και τα εργαλεία που αξιοποιούν το διαδίκτυο ως σώμα κειμένων (webascorpus), επιτρέπουν στον εκπαιδευτικό να ψάξει για αυτά τα κατάλληλα κείμενα, ώστε να τα χρησιμοποιήσει στη διδασκαλία του.
Στην παρούσα διατριβή ορίζονταιτέσσερα κριτήρια καταλληλότητας κειμένου. Αυτά είναι η θεματολογία, το είδος, το γραμματικό φαινόμενο και η αναγνωσιμότητα. Ειδικότερα, μέσα από τη μελέτη των σχολικών βιβλίων για το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας στη Δημοτική και τη Μέση Γενική εκπαίδευση της Κύπρου,διαπιστώθηκε ότι ένα κείμενο είναι κατάλληλο για τη διδασκαλία του γλωσσικού μαθήματος, όταν εξυπηρετεί τον γνωστικό και γραμματικό στόχο της διδασκαλίας, ανήκει σε συγκεκριμένο είδος και αρμόζει στην ηλικία των μαθητών, έχει δηλαδή συγκεκριμένο επίπεδο δυσκολίας. Για κάθε κριτήριο καταλληλότητας μελετήθηκε, αρχικά, εάν είναι δυνατή η αναζήτηση κατάλληλου κειμένου στο διαδίκτυο με τις μηχανές αναζήτησης, και, στη συνέχεια, η σχετική βιβλιογραφία, με σκοπό να εντοπιστούν εργαλεία που επιτρέπουν στον εκπαιδευτικό να περιορίσει την αναζήτησή του στο διαδίκτυο και να μετρήσει την καταλληλότητα του κειμένου με βάση το κάθε κριτήριο.
Από τη διερεύνηση που πραγματοποιήθηκε, διαπιστώθηκε ότι οι μηχανές αναζήτησης και τα εργαλεία που αξιοποιούν το διαδίκτυο ως σώμα κειμένων, δεν επιτρέπουν τον περιορισμό της αναζήτησης στο διαδίκτυο με βάση τατέσσερα κριτήρια καταλληλότητας. Ακόμη, διαπιστώθηκε ότι ο εκπαιδευτικός μπορεί να αποφασίσει για την καταλληλότητα των αποτελεσμάτων, ως προς τη θεματολογία και το είδος τους, χωρίς ιδιαίτερο κόπο και χρόνο, ενώ, ως προς το γραμματικό φαινόμενο και το επίπεδο δυσκολίας τους, χρειάζεται να αφιερώσει αρκετό χρόνο. Επίσης, η βιβλιογραφική ανασκόπηση ανέδειξε το κενό αναφορικά με το κριτήριο γραμματικό φαινόμενο, σε αντίθεση με την πληθώρα των ερευνών και των μοντέλων κατηγοριοποίησης κειμένων βάσει του είδους, και, των μεθόδων, των εξισώσεων και των εργαλείων αναγνωσιμότητας κειμένου που εντοπίστηκαν.
Στη διατριβή αυτή προτείνεται η ανάπτυξη του συστήματος διαΚειμένου, που έρχεται να καλύψει το κενό και να βοηθήσει τον εκπαιδευτικό στην επιλογή κατάλληλων κειμένων για τη διδασκαλία του. Το σύστημα αυτό, αναλύει συντακτικώς το κείμενο που εισάγει ο εκπαιδευτικός, εντοπίζει και μετρά τον αριθμό εμφανίσεων συγκεκριμένων μορφολογικών (μέρη του λόγου) και συντακτικών στοιχείων του κειμένου, χαρακτηρίζει υφολογικά το κείμενο με βάση τρεις δείκτες ύφους (ρηματικό πρόσωπο, επίθετα/επιρρήματα, σύνδεση προτάσεων), και, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, ο εκπαιδευτικός αποφασίζει για την καταλληλότητα του υποψήφιου κειμένου δεδομένου των στόχων της διδασκαλίας του.