Προσδιοριστές του πρόωρου τοκετού και προβλεπτική ικανότητα της διακολπικής μέτρησης του τραχήλου της μήτρας
Abstract
Εισαγωγή: Ο πρόωρος τοκετός θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας, καθώς συνδέεται με υψηλά ποσοστά νεογνικής νοσηρότητας και θνησιμότητας που οδηγούν σε μεγάλη κοινωνική, οικονομική και ψυχολογική επιβάρυνση για τις οικογένειες. Παρά την πρόοδο της τεχνολογίας και τη βελτίωση της γνώσης στην σύγχρονη γυναικολογία και νεογνολογία, η συχνότητα εμφάνισης πρόωρου τοκετού αυξάνεται με την πάροδο των ετών. Η έγκαιρη ανίχνευση των εγκύων υψηλού κινδύνου είναι καθοριστικής σημασίας για την πρόληψη της πρόωρης γέννησης και τη διευκόλυνση της διάγνωσης και των θεραπευτικών παρεμβάσεων. Η μέτρηση του μήκους του τραχήλου της μήτρας με τη χρήση του διακολπικού υπερήχου αποτελεί παράγοντα υψηλής προγνωστικής αξίας και έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες για την ενσωμάτωσή του ως πρότυπη μέθοδο προγεννητικού ελέγχου. Στην Ελλάδα, ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει δισταγμός στην τακτική χρήση της, με αποτέλεσμα συγκρούσεις στους επαγγελματίες υγείας και ηθικά διλήμματα.
Σκοπός: Η διερεύνηση της σχέσης του μήκους τραχήλου της μήτρας, που έχει μετρηθεί με τη μέθοδο της διακολπικής υπερηχογραφίας και της εμφάνισης πρόωρου τοκετού σε έγκυεςπου διένυαν την 20η έως την 24η εβδομάδα κύησης.
Μέθοδος: Διεξήχθη μια συγχρονική μελέτη με έγκυες που επισκέφθηκαν ένα νοσοκομείο στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της 20-24ης εβδομάδας εγκυμοσύνης τους. H διακολπική υπερηχογραφική μέτρηση του μήκους του τραχήλου πραγματοποιήθηκε ως πρότυπος προγεννητικός έλεγχος. Τα κοινωνικο-δημογραφικά δεδομένα και άλλα χαρακτηριστικά των εγκύων συλλέχθηκαν με ένα ερωτηματολόγιο που διανεμήθηκε κατά την πρώτη επίσκεψή τους. Πραγματοποιήθηκαν συσχετίσεις με πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση μεταξύ των μεταβλητών του μήκους του τραχήλου και του πρόωρου τοκετού. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το IBM SPSS 23.0.
Αποτελέσματα: Συνολικά 7116 έγκυες υποβλήθηκαν σε διακολπικό υπερηχογράφημα. Το συνολικό ποσοστό πρόωρου τοκετού ήταν 15% και 36% όταν προσαρμόστηκε για τις πρωτότοκες έγκυες. Η μέση ηλικία των εγκύων ήταν 32,2 έτη και η πλειοψηφία του δείγματος δεν είχαν συνοδά νοσήματα, είχαν φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος και ήταν μη καπνίστριες. Οι μετρήσεις του μήκους του τραχήλου της μήτρας ομαδοποιήθηκαν σύμφωνα με σύγχρονα τεκμηριωμένα δεδομένα, χρησιμοποιώντας το διαχωριστικό όριο των 25mm. Το 25% των εγκύων γυναικών με μικρό μήκος τράχηλου είχε πρόωρο τοκετό και το 2% είχε ιατρογενή πρόωρο τοκετό σε σύγκριση με το 3% και το 1% αντίστοιχα για την ομάδα με φυσιολογικό τράχηλο. Η συχνότητα της επανεμφάνισης πρόωρου τοκετού ήταν 18%, αλλά δεν συσχετίστηκε σημαντικά με μια νέα πρόωρη γέννα. Το μήκος τραχήλου μήτρας <25mm συσχετίστηκε ανεξάρτητα και προέβλεψε την εμφάνιση του πρόωρου τοκετού (b = 1,905, 95% διάστημα εμπιστοσύνης: 1,702-2,107).
Συμπέρασμα: Η μέτρηση του τραχήλου της μήτρας χρησιμοποιώντας διακολπικό υπερηχογράφημα όταν πραγματοποιείται την 20ή-24η εβδομάδα της κύησης, μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για την πρόβλεψη των πρόωρων γεννήσεων.