Φυσικοί πόροι και τυπολογία της τουριστικής ανάπτυξης: Η περίπτωση της Ελλάδας
Abstract
Από τα τέλη του περασμένου αιώνα, ο τουρισμός αναπτύχθηκε σταδιακά και γιγαντώθηκε με την εξέλιξη της τεχνολογίας στον τομέα μεταφορών και επικοινωνιών. Άνθρωποι από κάθε μεριά του πλανήτη ταξιδεύουν προς κάθε προορισμό εντός ή εκτός των συνόρων της χώρας διαμονής τους, με σκοπό την ψυχαγωγία, την ανάπαυση, την εξερεύνηση και τη συμμετοχή τους σε διαφόρου είδους δραστηριότητες. Τα κράτη έχουν επενδύσει στον τουρισμό, αφού πρόκειται για μία πολύ σημαντική πηγή εσόδων. Πολυάριθμες επιχειρήσεις στηρίζονται στον τουρισμό, προσφέροντας προϊόντα και υπηρεσίες στους ταξιδιώτες. Ένας σημαντικός αριθμός απασχολουμένων δραστηριοποιείται στον τομέα αυτόν, ο οποίος είναι ένα από τα βασικά στοιχεία ανάπτυξης σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή, το αντικείμενο που μελετάται, έχει ως στόχο να καταδείξει την σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ύπαρξη φυσικών πόρων και στην ανάπτυξη του τουρισμού. Για τον σκοπό αυτό επιλέγεται η Ελλάδα ως περίπτωση μελέτης και εξετάζεται σε επίπεδο νομών. Αρχικώς παρουσιάζονται παραδείγματα και επιστημονικές προσεγγίσεις σχετικά με το αντικείμενο μελέτης και γίνεται εμβάθυνση στις έννοιες των Φυσικών Πόρων και του Τουρισμού. Αφού επιλεχθούν τέσσερις βασικοί φυσικοί πόροι (γεωργικές εκτάσεις και βοσκότοποι, δασικές εκτάσεις, χερσαία ύδατα και υγρές ζώνες, παραθαλάσσιες υγρές ζώνες), παρουσιάζονται τα δεδομένα ανά νομό της Ελλάδας, για να ακολουθήσει μία στατιστική ανάλυση μέσω της οποίας θα αποσαφηνιστεί η σχέση φυσικών πόρων με την τουριστική κίνηση. Ειδικότερα, τα δεδομένα ταξινομούνται κατά ομάδες και αναλύονται μέσω της ιεραρχικής ή μη ιεραρχικής μεθόδου στο πρόγραμμα SPSS για να προκύψουν κατηγοριοποιήσεις των δεδομένων. Οι ομάδες αυτές παρουσιάζονται σε γραφήματα και δενδρογράμματα για να εξαχθούν συμπεράσματα από τη σχέση που έχουν οι μεταβλητές μεταξύ τους. Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων παρουσιάζεται μία τυπολογία της τουριστικής ανάπτυξης, η οποία μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο διαχειριστικό εργαλείο για τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, αλλά και να συνεισφέρει στις επιχειρηματικές αποφάσεις σε προσωπικό, τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο.