Η χρήση του ανακυκλωμένου νερού. Μελέτη περίπτωσης της επαρχίας Πάφου
Abstract
Ο περιορισμός των υδατικών αποθεμάτων του πλανήτη λόγω της ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού, της βελτίωσης της ποιότητας ζωής αλλά και της κακής διαχείρισης είναι ευρέως γνωστός. Το γεγονός αυτό έχει θέσει επιτακτική την ανάγκη για εξεύρεση νέων εναλλακτικών πηγών νερού. Η ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση των υγρών αποβλήτων είναι μια υποσχόμενη εφαρμογή με ποικίλα οφέλη (προστασία, διατήρηση και βελτίωση επιφανειακών και υπογείων υδάτων, αύξηση της παραγωγικότητας των καλλιεργειών, οικονομικά οφέλη κ.α.) αλλά και πιθανούς κινδύνους εάν δεν γίνεται σωστή διαχείριση. Η Κύπρος είναι μια από τις χώρες που έχει εντάξει στο υδατικό της ισοζύγιο το ανακυκλωμένο νερό σε αρκετά μεγάλο βαθμό, το οποίο αξιοποιεί στο μεγαλύτερο ποσοστό για την άρδευση καλλιεργειών και χώρων πρασίνου. Ένα από τα βασικότερα καταγεγραμμένα εμπόδια στην περαιτέρω ανάπτυξη της πρακτικής αυτής στην Κύπρο αλλά και διεθνώς είναι η κοινωνική αποδοχή. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η διερεύνηση του βαθμού ενημέρωσης των πολιτών της επαρχίας Πάφου σχετικά με την χρήση του ανακυκλωμένου νερού και της προθυμίας τους για κατανάλωση αγροτικών προϊόντων που παράχθηκαν με ανακυκλωμένο νερό. Για την υλοποίηση της χρησιμοποιήθηκε ειδικό ερωτηματολόγιο και έγινε ανάλυση των δεδομένων. Βρέθηκε ότι ο βαθμός ενημέρωσης των πολιτών για τα υδατικά προβλήματα είναι αρκετά μεγάλος αλλά ο βαθμός ενημέρωσης τους για τη χρήση του ανακυκλωμένου νερού είναι περιορισμένος και οι περισσότεροι επιθυμούν περαιτέρω ενημέρωση. Η προθυμία τους για κατανάλωση αγροτικών προϊόντων που παράγονται από το ανακυκλωμένο νερό είναι σε μέτριο βαθμό, ενώ μεγαλύτερη είναι η προθυμία για επίσκεψη πάρκων που αρδεύονται με ανακυκλωμένο νερό. Επιπρόσθετα, οι κυριότεροι λόγοι ανησυχίας του κοινού που καταγράφηκαν είναι ο κίνδυνος για την υγεία τους λόγω φόβου για την παρουσία βλαβερών ουσιών και μικροβίων στο ανακυκλωμένο νερό, ενώ καθοριστικοί παράγοντες για την αποδοχή τους είναι ο βαθμός ενημέρωσης τους και η εμπιστοσύνη τόσο προς τους εμπλεκόμενους γεωργούς όσο και προς τις ελεγκτικές αρμόδιες αρχές.