Προγράμματα σπουδών, μια πορεία προς τον κριτικό γραμματισμό
Abstract
Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή πραγματοποιείται η συγκριτική μελέτη των δύο ελληνικών Προγραμμάτων Σπουδών της Πρωτοβάθμιας, του Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγράμματος Σπουδών (ΔΕΠΠΣ)-Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών (ΑΠΣ) του 2003 της Ελληνικής Γλώσσας και του αντίστοιχου Προγράμματος Σπουδών (ΠΣ) του 2011. Στόχος είναι να αναδειχτούν η γενικότερη φιλοσοφία, αρχές, σκοποί και στόχοι της εκπαίδευσης, όσο και το θεωρητικό πλαίσιο των Προγραμμάτων που αφορά στη γλώσσα και τη διδασκαλία της.
Η μεταπτυχιακή διατριβή είναι χωρισμένη σε επτά μέρη: στο δεύτερο μέρος γίνεται αναφορά στα Προγράμματα Σπουδών και στο ρόλο τους στη διαμόρφωση της ταυτότητας του πολίτη. Στο τρίτο μέρος γίνεται μία συνοπτική ιστορική ανασκόπηση των Προγραμμάτων Σπουδών και των γλωσσικών προσεγγίσεων από τη μεταπολίτευση ως σήμερα. Στο τέταρτο και πέμπτο μέρος αντιστοίχως γίνεται παρουσίαση των βασικών αξόνων των ΔΕΠΠΣ/ΑΠΣ 2003 και του ΠΣ 2011. Στο έκτο μέρος παρουσιάζονται συνοπτικά οι συγκλίσεις και αποκλίσεις των Προγραμμάτων και τέλος, στο έβδομο μέρος καταγράφονται τα συμπεράσματα της έρευνας.
Η μεθοδολογία της έρευνας αφορά σε συγκεκριμένα ερωτήματα που τέθηκαν για τη μελέτη και επεξεργασία του υλικού και στην ποιοτική ανάλυση των στοιχείων που προέκυψαν από τη συγκριτική διαδικασία και τη βιβλιογραφική έρευνα. Τα ερωτήματα αυτά είναι τα εξής: Ποιο είναι το πλαίσιο πάνω στο οποίο διαμορφώνεται το περιεχόμενο των Προγραμμάτων; Ποιες είναι οι επιδιώξεις της ελληνικής εκπαίδευσης σε σχέση με το είδος του σχολικού γραμματισμού που προωθούν τα Προγράμματα; Σε τι είδους ταυτότητες αποσκοπούν; Σε ποιες παιδαγωγικές και διδακτικές αρχές και αντιλήψεις στηρίζονται; Ποιες γνώσεις και δεξιότητες επιδιώκουν να αναπτύξουν και γιατί; Ποιες είναι οι θεωρήσεις τους για τη γλώσσα και τη διδασκαλία της; Σε ποια μεθοδολογία στηρίζονται; Ποιοι είναι οι προτεινόμενοι τρόποι αξιολόγησης; Τι περιθώρια επιλογών αφήνουν σε εκπαιδευτικούς και μαθητές/-τριες; Συνάδουν οι στόχοι με τις θέσεις τους; Κατά πόσο ανοιχτά και ευέλικτα είναι τα Προγράμματα στις σύγχρονες μεταβαλλόμενες συνθήκες;
Η συγκριτική μελέτη κατέδειξε τη συμπληρωματικότητα της σχέσης των δύο Προγραμμάτων, ωστόσο ο κριτικός γραμματισμός, ως θεωρητικό πλαίσιο του ΠΣ 2011, αποτελεί νέα παιδαγωγική και διδακτική πρόταση, λόγω της διαφορετικής θεώρησης της γλώσσας, ως κοινωνικο-ιδεολογικού προϊόντος που αναπαράγει σχέσεις ισχύος, άποψη που αλλάζει τα δεδομένα της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Εν τούτοις, στο νέο Πρόγραμμα η θεώρηση αυτή της γλώσσας δεν αναδεικνύεται στο βαθμό που θα έπρεπε, καθώς δίνεται έμφαση κυρίως στον λειτουργικό γραμματισμό, που επιδιώκεται από το ΑΠΣ 2003, ο οποίος αφορά στην αποτελεσματικότητα του τρόπου χρήσης της γλώσσας και όχι στην κριτική προσέγγιση του τρόπου λειτουργίας της.