Απο τη θεωρία της ύλης και του πολιτισμού της...μέχρι την παραγωγή τέχνης. Η τροφή, η μουσειολογία και ένα δρώμενο επιτελεσμένο στο μουσείο μέσα απο τη χρήση εργαλείων του θεάτρου
Abstract
Το παρόν πόνημα θα μελετήσει μια πορεία που, ξεκινώντας από θεωρίες επιστημονικές, θέλει να καταλήξει στην παραγωγή τέχνης. Αυτό δεν θα συμβεί για να δείξουμε πως είναι φυσική ή δυνατή μια τέτοια μετάβαση αλλά για να αποδοθεί σε κάθε μέρος τούτης της πορείας αυτό που του ανήκει. Θα αφήσουμε έτσι να φανερωθεί η ποσότητα του λόγου, της εικόνας και ίσως των συναισθημάτων που γεμίζουν ή δεν γεμίζουν τους δύο κόσμους και θα τους θεωρήσουμε ένα ενιαίο σχήμα, ώστε καθένας να έχει λόγο ύπαρξης και, εντέλει, τίποτα να μην πηγαίνει χαμένο. Τη δύναμη γι’ αυτή τη δράση θα μας τη δώσει το Θέατρο, που από τη φύση του αναγκάζεται να κάνει χρήση όλων όσων μελετούν την ανθρώπινη ζωή, συμπυκνώνοντάς τα και κάνοντάς τα διαχειρίσιμα μέσα σε μια ανθρώπινη κλίμακα χρόνου και χώρου. Και θα αναζητήσουμε διαδρομές, μέσα στην «ενεργή» και «επιτελεστική» φύση του υλικού πολιτισμού, έχοντας ως μέτρο πως τα πράγματα δημιουργούν τους ανθρώπους, όπως και οι άνθρωποι τα πράγματα . Για χάρη αυτής της διαλεκτικής, θα μελετήσουμε δυο βασικές ανάγκες του ανθρώπου. Η πρώτη αφορά στην τροφή, που ως απαιτούμενο για την επιβίωση, έγινε μέσο επαφής, ποικίλων υφών, που μέσα τους κρύφτηκαν αγωνίες και μνήμες, δημιουργώντας έτσι πολιτισμό. Η άλλη είναι η ανάγκη να αποσαφηνισθούν οι ιδέες και τα νοήματα της ύλης και των αντικειμένων, όταν ο άνθρωπος τα εκθέτει μέσα σε χώρους πολιτισμού, και μέσα από τη διάδραση με το περιβάλλον τείνουν να ορίσουν μια κοινή ταυτότητα. Αυτή ακριβώς η σχέση επισκέπτη και εκθέματος είναι που θα τροφοδοτεί τον άνθρωπο με ιδέες, μνήμες και μια αίσθηση πως καθετί νέο μπορεί να έχει ένα στέρεο σημείο αναφοράς. To μουσείο μοιάζει να αποτελεί τη μετάβαση από την επιστημονική θεωρία στην τέχνη, καθώς απαιτεί τη συνθετική δράση και των δύο. Για να αποδείξουμε τούτη τη μετάβαση, θα αναζητήσουμε κοινούς τόπους, κοινή μεθοδολογία ανάμεσα στις δυο ανάγκες, σχηματοποιώντας τη σκέψη μας και διακρίνοντας μοτίβα, που μπορούν να έχουν κοινή εφαρμογή. Τους δυο αυτούς κόσμους θα τους διαπερνά μια διαρκής τάση κατάληξης σε μια σύλληψη καλλιτεχνική, που θα αφορά στο Θέατρο και ειδικά στην τέχνη της Performance. Και η εφαρμογή της σ’ ένα σύγχρονο Μουσείο, ενταγμένη σ’ ένα γενικότερο κλίμα χρήσης των παραστατικών τεχνών σε χώρους πολιτισμού, θα επιδιώξει να φανερώσει το λόγο ύπαρξης τούτης της κίνησης, που δεν είναι άλλος από το να δείξει το δρόμο στους πολλούς. Να κάνει τον ίδιο το άνθρωπο τέχνη και να διεγείρει την εξωστρέφεια των ανθρωπίνων συναισθημάτων, δίνοντας χώρο στον άλλο και άρα σε ένα διάλογο μαζί του, που θα είναι η αρχή ενός άλλου τρόπου σκέψης. Με περισσότερη εναίσθηση για ό, τι μας περιβάλλει και άρα με περισσότερο ενεργό ρόλο στην κοινωνία μας.
Μέσα από μια προσέγγιση κυρίως ανθρωπολογική, που μας θύμισε, μας συμπλήρωσε και μάλλον μας εξοικείωσε μαζί της το Θέατρο, θα αναζητήσουμε εργαλεία, κοινά, για τη μελέτη της διατροφής, της μουσειολογίας και των παραστατικών τεχνών. Κάνοντας χρήση της δομικής σκέψης του Claude Lévi – Strauss, της μεταδομιστικής στροφής του Michel Foucault και Jacques Derrida, της σημειωτικής ανάλυσης του Roland Barthes, της θεωρίας της πρακτικής του Pierre Bourdieu και του λειτουργισμού των Emile Durkheim και Bronislaw Malinowski, θα ψάξουμε την αλήθεια, που υπάρχει πίσω από καθετί που αφορά στον πολιτισμό. Στόχος μας θα είναι η ανθρώπινη σκέψη και όχι η κοινωνία ή μια ομάδα κοινωνιών. Τούτη τη θεωρητική ανάλυση θα συνοδεύουν λέξεις από το Γιάννη Κουνέλη, μέχρι που να αφεθούμε στην εγκατάσταση ενός δρώμενου, που θα σχηματοποιήσει στο ανθρώπινο σώμα και στην ύλη, τη σχέση τους με το περιβάλλον τους και ίσως κάποιες από τις σκέψεις και τους συλλογισμούς της γραφής μας. Και ο άξονας αυτός θα ξετυλίγεται, με σταθερό ρυθμό, πλάι στη βιβλιογραφική μας έρευνα, για να καταλήξει σε μια «συμπυκνωμένη» εικόνα, με πυκνά συμπιεσμένες επιτελέσεις που ξεδιπλώνονται με αναπάντεχους τρόπους . Με σκέψεις από τον Jerzy Grotowski, τον Antonin Artaud και σχήματα καθημερινότητας από τον Erving Goffman, θα στοχεύσουμε στη σύνθεση μιας εμπειρίας καλλιτεχνικής, όπου η τροφή, οι μουσειολογικές προσεγγίσεις και οι παραστατικές τέχνες, θα γίνουν τα κύρια συστατικά. Θα γίνει δε προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα για μια κοινή βάση, που απαντά σε καθετί πολιτισμικό. Προσφέροντας έτσι, νέες επιλογές σύνθεσης για το μέλλον, που θα δώσουν στην τέχνη την επιθυμητή ανθεκτικότητα, για να μπορέσει να επιβιώσει.