Διαμόρφωση κριτηρίων καθορισμού της επίδρασης των δασικών ξηράνσεων στη βιοποικιλότητα του δάσους Πάφου με έμφαση στο νεκρό ξύλο
Abstract
Τα πρώτα σημάδια της κλιματικής αλλαγής, όπως η αύξηση της θερμοκρασίας, των ξηρών
περιόδων και των ακραίων καιρικών φαινομένων, ασκούν ήδη υψηλή πίεση στα δασικά
οικοσυστήματα της Νότιας Ευρώπης και ιδιαίτερα της Κύπρου. Μια πίεση που εκδηλώνεται με
αύξηση των δασικών ξηράνσεων και αύξηση των δασικών πυρκαγιών όταν η ξηρασία γίνεται
σφοδρή. Γι’ αυτό το λόγο, η λήψη μέτρων σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της
κλιματικής αλλαγής, αλλά και για την αειφόρο διαχείριση των δασών προβάλλει επιτακτική.
Μεταξύ των χρησιμοποιούμενων ποσοτικών δεικτών για την αειφορική διαχείριση των δασών,
ιδιαίτερα ενδιαφέρον παρουσιάζει ο όγκος του νεκρού ξύλου. Ποσοτικά στοιχεία σχετικά με τον
αριθμό και τον ξυλώδη όγκο νεκρών δέντρων στα Εθνικά Δασικά Πάρκα της Κύπρου και Περιοχές
Προστασίας της Φύσης δεν έχουν μέχρι στιγμής συλλεχθεί. Για αυτό το λόγο στην παρούσα
διατριβή γίνεται μια προσπάθεια αξιολόγησης της επίδρασης του νεκρού ξύλου στο δασικό
οικοσύστημα της Πάφου, τουλάχιστον έξι χρόνια μετά το τέλος από την καταγραφή των εντόνων
ξηράνσεων (2005-2008). Ειδικότερα, εξετάζεται εάν η συσσώρευση ποσοτήτων νεκρού ξύλου
μπορεί να θεωρηθεί ευεργετική για τη βιοποικιλότητα ή μπορεί να αποτελέσει δείκτη
ερημοποίησης. Για την πραγματοποίηση του ανώτερου σκοπού εξετάστηκαν συνολικά 24
δειγματοληπτικές επιφάνειες δάσους τραχείας πεύκης (Pinus brutia), οι οποίες κατατάσσονται σε 3
κατηγορίες: σε επιφάνειες με καθόλου επίδραση θνησιμότητας, σε επιφάνειες με χαμηλή επίδραση
θνησιμότητας (ξηράνσεις με ποσοστό λιγότερο του 10%) και σε επιφάνειες με ψηλή επίδραση
θνησιμότητας (ξηράνσεις με ποσοστό μεγαλύτερο του 10%). Για κάθε μια, συλλέχτηκαν δεδομένα
για δείκτες ερημοποίησης σχετικά με τα χαρακτηριστικά των εδαφών (βάθος, βαθμός διάβρωσης,
υγρασία εδάφους), τα φυτικά χαρακτηριστικά τους (αναγέννηση τραχείας πεύκης, πυκνότητα και
σύνθεση θαμνώδους βλάστησης υπο-ορόφου) καθώς και στοιχεία για τον όγκο του νεκρού ξύλου.
Από τα αποτελέσματα της μεταπτυχιακής διατριβής προκύπτει η τάση οι περιοχές με τη
μεγαλύτερη θνησιμότητα να έχουν και το μεγαλύτερο βαθμό νεκρού ξύλου, καθώς και τη
μεγαλύτερη διάβρωση και παράλληλα τη μικρότερη εδαφοκάλυψη. Επιπρόσθετα, διαπιστώθηκε
στατιστικώς σημαντική συσχέτιση μεταξύ αύξησης υψομέτρου και αναγέννησης P. brutia έως τα
700 m. Περιοχές με υψόμετρο κάτω των 150 m περίπου, έχοντας λιγότερη εδαφική υγρασία,
κινδυνεύουν περισσότερο από ερημοποίηση, ενώ περιοχές με μεγαλύτερο υψόμετρο βρέθηκαν να
έχουν λιγότερη θνησιμότητα και μεγαλύτερη φυσική αναγέννηση καθώς διαθέτουν περισσότερη
εδαφική υγρασία. Η αυξημένη ποσότητα νεκρού ξύλου στις περιοχές κάτω των 150 m περίπου δεν
φαίνεται να μπορεί να αναστείλει την παραπάνω τάση. Επίσης, υπό τις κλιματικές συνθήκες του
iii
δάσους Πάφου μετά το 2008, η αύξηση του νεκρού ξύλου δεν διαπιστώθηκε ότι συμβάλλει στην
αύξηση της βιοποικιλότητας. Η αποικοδόμηση του νεκρού ξύλου δεν φαίνεται να ευνοείται λόγω
των υψηλών θερμοκρασιών και της έλλειψης υγρασίας. Συνεπώς, η συσσώρευση νεκρού ξύλου στη
ζώνη κάτω των 150 m για το Δάσος Πάφου μπορεί να αξιοποιηθεί ως δείκτης ερημοποίησης.