Παγκόσμια οικονομική κρίση & Bail-In VS Bail-Out
Abstract
Η παγκόσμια τραπεζική κρίση, που είχε σαν αφετηρία την κατάρρευση της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ το 2008, αποδείχτηκε ολέθρια για την κυπριακή οικονομία, με αποκορύφωμα την υιοθέτηση του πρωτόγνωρων για τα ευρωπαϊκά δεδομένα μέτρων ανακεφαλαιοποίησης bail-in και bail-out, που επιβλήθηκαν από τους Ευρωπαίους εταίρους της Κύπρου στις μεγαλύτερες κυπριακές εμπορικές τράπεζες και τα συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα (ΣΠΙ) το 2013. Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στους λόγους που ώθησαν την κυπριακή οικονομία να καταρρεύσει το 2013, πέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της αμερικανικής οικονομίας, ενώ, θεωρητικά, υπήρχε αρκετός χρόνος για τις κυπριακές αρμόδιες αρχές, ως επίσης και τις κυπριακές τράπεζες, για να αντιδράσουν έγκαιρα, ή, τουλάχιστον, να εργαστούν με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να περιορίσουν τις ζημιές και να αναχαιτίσουν την κυπριακή οικονομική τραγωδία που ακολούθησε. Η μελέτη δεν εξετάζει πολιτικές ευθύνες που ενδεχομένως προκύπτουν, αλλά επικεντρώνεται στη μαζική και κατά συρροή αποτυχία των εσωτερικών και εξωτερικών ελέγχων, της εποπτείας, καθώς και της εταιρικής διακυβέρνησης τόσο των εμπορικών τραπεζών, όσο και των ΣΠΙ. Περαιτέρω, αναλύονται οι διαφορετικοί τρόποι με τους οποίους τα τραπεζικά ιδρύματα του τόπου έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί: από τη μια έχουμε τις δυο μεγαλύτερες εμπορικές τράπεζες, όπου η ανακεφαλαιοποίηση πραγματοποιήθηκε με «εσωτερικά» κεφάλαια κυρίως από τους πιστωτές τους (καταθέτες/ομολογιούχους), δηλαδή με bail-in και από την άλλη τον Συνεργατισμό (ΣΠΙ), όπου η ανακεφαλαίοποίηση πραγματοποιήθηκε με «εξωτερικά» κεφάλαια από την Τρόικα και κατ’ επέκταση την κυβέρνηση, δηλαδή με bail-out. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται μια ενδελεχής έρευνα για τις συνθήκες που πρέπει να επικρατούν για να εφαρμοστούν σχέδια διάσωσης του τύπου bail-in και ή bail-out, με σκοπό τη σύγκριση των δυο μεθόδων και την απάντηση του ερωτήματος εάν η επιλογή του συγκεκριμένου τρόπου διάσωσης της κυπριακής οικονομίας ήταν η προσφορότερη κάτω από τις οικονομικές συνθήκες του 2013. Με την ολοκλήρωση της μελέτης επιχειρείται η ανάδειξη των λαθών του παρελθόντος, με κύριο μέλημα την αποφυγή τους στο μέλλον, μέσω εισηγήσεων για πιο ολοκληρωμένους ελέγχους, δυνατότερη εταιρική διακυβέρνηση και αυστηρή εποπτεία.