Προσδιορισμός περιβαλλοντικού και υδατικού αποτυπώματος και αξιολόγηση των προτεινόμενων μεθόδων αποκατάστασης λατομείων σε νησιωτικές περιοχές
Abstract
Ο εξορυκτικός τομέας κατά τη σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζεται από την εντατικοποίηση της παραγωγής ορυκτών, με σκοπό την ικανοποίηση των συνεχώς αυξανόμενων ανθρώπινων αναγκών, επιφέροντας όμως σημαντικές αλλοιώσεις στο φυσικό περιβάλλον. Παράλληλα, η παγκόσμια κοινότητα προβληματίζεται για ζητήματα έντονης περιβαλλοντικής υποβάθμισης, που έχουν προκύψει, ως αποτέλεσμα της υπέρμετρης ανάπτυξης των οικονομικών δραστηριοτήτων. Για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας της εξορυκτικής δραστηριότητας επιβάλλεται η συστηματική προσέγγιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που την συνοδεύουν και η αναζήτηση καινοτόμων τεχνικών για τον έλεγχο τους, με στόχο την διατήρηση της οικονομικής και συγχρόνως της οικολογικής σταθερότητας.
Η εγκατάσταση και λειτουργία ενός λατομείου περιλαμβάνει πολύπλοκες διεργασίες που δύναται να επηρεάσουν αρκετές περιβαλλοντικές παραμέτρους. Σκοπός της μεταπτυχιακής διατριβής είναι να εντοπίσει και να εκτιμήσει το περιβαλλοντικό και το υδατικό αποτύπωμα από την λειτουργία ενός λατομείου, διερευνώντας τις πτυχές που τα προσδιορίζουν, όπως η ενέργεια, τα απόβλητα, οι αέριες εκπομπές και το νερό. Παράλληλα, εξετάζονται οι μέθοδοι που εφαρμόζονται για την αποκατάσταση των διαταραγμένων λατομικών εκτάσεων.
Η μεθοδολογία προσέγγισης του θέματος περιλαμβάνει την εφαρμογή των διεθνών προτύπων ISO 14064 και ISO 14046, τα οποία βασίζονται στην τεχνική της Ανάλυσης του Κύκλου Ζωής, ελέγχοντας τις εισροές και εκροές του υπό εξέταση συστήματος. Επιπλέον, για την αξιολόγηση των μεθόδων αποκατάστασης που εφαρμόζονται σε λατομεία, χρησιμοποιείται η πολυκριτηριακή μέθοδος. Για την συλλογή των απαιτούμενων δεδομένων προς ανάλυση πραγματοποιήθηκε διανομή ερωτηματολογίου σε λατομικές εταιρείες, που δραστηριοποιούνται στην ν. Μήλο.
Από τα αποτελέσματα της διατριβής προκύπτουν δείκτες, που αφορούν στην κατανάλωση ενέργειας, στην παραγωγή αποβλήτων, στις προκαλούμενες αέριες εκπομπές και στην κατανάλωση νερού, οι οποίοι προσδιορίζουν την πίεση που ασκείται στο περιβάλλον από την λειτουργία ενός λατομείου και εν μέρει το Περιβαλλοντικό και Υδατικό Αποτύπωμα. Επιπροσθέτως, από τις μεθόδους αποκατάστασης, που εφαρμόζονται σε λατομεία της περιοχής μελέτης, μέσω της πολυκριτηριακής ανάλυσης, προκύπτει πως η μέθοδος της φύτευσης σε συνδιασμό με την εφαρμογή υδροσποράς χωρίς επιπλέον χρήση νερού για ποτίσματα και συντήρηση της αποκατάστασης εμφανίζεται ως ιδανικότερη επιλογή, κυρίως γιατί επιτρέπει στα φυτά να αναπτυχθούν στις τοπικές συνθήκες, ώστε να είναι περισσότερο ανθεκτικά και να επιτυγχάνεται βέλτιστη ανάπλαση των διαταρασσόμενων εκτάσεων.