Το εμπόριο προϊόντων μεταξύ Κύπρου και άλλων χωρών
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2015-03-12Συγγραφέας
Παντζιαρά, Πετρούλα
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Το εμπόριο αποτελεί σημαντικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας των λαών. Η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου και η κατάργηση ή και ελαχιστοποίηση των περιοριστικών εμποδίων, που επήλθαν μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με τη δημιουργία αρχικά της οικονομικής συνένωσης ορισμένων Κρατών της Ευρώπης και στη συνέχεια της δημιουργίας της ενιαίας αγοράς, καθώς και της παγκοσμιοποίησης που επήλθε αργότερα, προώθησαν την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου.
Η Κύπρος ανέπτυξε τη ναυτιλία και το εμπόριο, επειδή καταρχήν είναι νησί και επίσης επειδή έχει μια στρατηγική γεωγραφική θέση (αποτελεί σταυροδρόμι τριών Ηπείρων: της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής). Αρχικά εξήγε κυρίως χαλκό και στη συνέχεια γεωργικά προϊόντα. Αργότερα και μέχρι τη δεκαετία του ΄80, μετεπήδησε στις εξαγωγές προϊόντων κυρίως ένδυσης και υπόδησης. Στη συνέχεια, η Κύπρος εξελίχθηκε σε ένα ελκυστικό επενδυτικό και χρηματοοικονομικό κέντρο, με μεγάλη ανάπτυξη των υπηρεσιών. Το 2004, χάρις στην ανεπτυγμένη και υγιή οικονομία της, κατόρθωσε να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 2008 να καταστεί μέλος στην Οικονομική Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ). Λόγω της κατάργησης των δασμών και των ποσοτικών περιορισμών εντός της ενιαίας αγοράς, της υιοθέτησης του ευρώ και των άλλων εμποδίων, το συνολικό εμπόριο της Κύπρου , αυξάνεται σημαντικά και συγκεκριμένα, 16% το 2004 και 35,6% το 2008.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση όμως, επηρέασε αρνητικά το εμπόριο της Κύπρου, το οποίο το 2009 μειώθηκε κατά 22%, σε σύγκριση με το 2008. Παρά ταύτα, το 2010 και το 2011, σημειώθηκε ανάκαμψη των εμπορικών συναλλαγών της Κύπρου ( 15% και 1% αντίστοιχα). Το 2012 όμως, λόγω του «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων, στα οποία είχαν εκτεθεί οι Κυπριακές τράπεζες, καθώς και άλλων παραγόντων, το συνολικό εμπόριο της Κύπρου, δέχθηκε σοβαρό πλήγμα και συγκεκριμένα, μειώθηκε κατά 7,2% περίπου.
Η καθοδική πορεία του εμπορίου συνεχίστηκε και το 2013 , που μειώνεται κατά 10% περίπου. Η μείωση οφείλεται στη συνεχιζόμενη ύφεση της κυπριακής οικονομίας και στα επακόλουθά της (αύξηση ανεργίας, περιορισμός των εισοδημάτων και μείωση των καταναλωτικών δαπανών), που είχαν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη μείωση των εισαγωγών (25% περίπου).
Τα Φαρμακευτικά και Γαλακτοκομικά αποτελούν τις κυριότερες κατηγορίες προϊόντων που εξάγει η Κύπρος το 2013 (28% και 11% αντίστοιχα), ενώ οι μεγαλύτερες εισαγωγές ήταν καύσιμα και λιπαντικά, καθώς και πρώτες ύλες για τη μεταποιητική βιομηχανία (28% και 17% αντίστοιχα). Ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Κύπρου από το 2008 είναι η Ευρώπη, με κυριότερη εξαγωγική χώρα το Ηνωμένο Βασίλειο και δεύτερη την Ελλάδα, η οποία ήταν επίσης και ο μεγαλύτερος προμηθευτής της Κύπρου. Συγκεκριμένα, το εμπόριο μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας , το 2013, έφθασε το €1,5 δις. Τα ελληνικά προϊόντα που εξάγονται στην Κύπρο είναι: πετρελαιοειδή, ηλεκτρικές συσκευές, φαρμακευτικά προϊόντα, μηχανολογικός εξοπλισμός, είδη ένδυσης, ράβδοι σιδήρου, τρόφιμα, αιθέρια έλαια και πλαστικές ύλες. Από την Κύπρο η Ελλάδα εισάγει: οργανικά χημικά, απορρίμματα σιδήρου, φαρμακευτικά προϊόντα, ηλεκτρικές συσκευές, ιατροχειρουργικό εξοπλισμό και οπτικά, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει το εμπόριο της Κύπρου, εκτός από την παγκόσμια οικονομική κρίση, προέρχονται από την κρίση στο χρηματοπιστωτικό τομέα, τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα των κυπριακών προϊόντων, τον οξύ ανταγωνισμό και την εξάρτηση των εξαγωγών από συγκεκριμένους μόνο οικονομικούς τομείς (φάρμακα, χαλούμι).
Τα σοβαρά αυτά προβλήματα θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με την ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας, που θα βοηθούσαν στην παραγωγή νέων προηγμένων προϊόντων, την εντατικοποίηση των προσπαθειών για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας, την περαιτέρω χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και τέλος με την επίσπευση των προσπαθειών ανόρυξης και εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου.