Ανάπτυξη διαχειριστικού σχεδίου των περιοχών ιδιαίτερης φυσικής και πολιτισμικής αξίας στο Δήμο Λήμνου (περιοχών του δικτύου "Φύση 2000") εξαιτίας της εγκατάστασης έργων ΑΠΕ
Abstract
Η συγκεκριμένη μελέτη πραγματεύεται με τα προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζουν τα νησιωτικά συστήματα στην διαμόρφωση της αναπτυξιακής προοπτικής τους, σε συσχετισμό με τους κοινωνικοοικονομικούς, περιβαλλοντικούς και πολιτισμικούς περιορισμούς που εμπεριέχονται στην έννοια της νησιωτικότητας. Συγκεκριμένα τα ζητήματα αυτά μελετήθηκαν σε μία περίοδο η οποία χαρακτηρίζεται τόσο από την οικονομική, όσο και από μία γενικότερη κρίση που επιδρά με ενισχυμένο βαθμό σε κοινωνικοοικολογικά συστήματα, όπως τα νησιωτικά. Ειδικότερα, το σύστημα το οποίο μελετήθηκε είναι της Λήμνου, ενός νησιού του Αιγαίου το οποίο αντιμετωπίζει αρκετά προβλήματα, παρά τις παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες τις οποίες διαθέτει.
Στο 1ο κεφάλαιο γίνεται μια αρχική καταγραφή του προβλήματος στην νήσο Λήμνο, με την ανάπτυξη αιολικών πάρκων ενώ στην συνέχεια παρουσιάζονται οι βασικές έννοιες της νησιωτικότητας, του τοπίου ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και προστατευόμενων περιοχών, του δικτύου, ΦΥΣΗ (Natura) 2000, των ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και του Χωροταξικού Σχεδιασμού.
Στο 2ο κεφάλαιο παρουσιάζεται η περιοχή μελέτης δίνοντας έμφαση στα χαρακτηριστικά του φυσικού περιβάλλοντος και της Ποιότητα Ζωής και τις χρήσεις γης. Πιο συγκεκριμένα γίνεται μια ιστορική αναδρομή στον σχεδιασμό σε τοπικό αλλά και υπερτοπικό επίπεδο που επηρεάζει όμως τον σχεδιασμό στο νησί, παρουσιάζοντας τα φυσικά πλεονεκτήματα αλλά τις ιδιαιτερότητες που έχει η συγκεκριμένη περιοχή μελέτης. Παράλληλα παρουσιάζονται οι παράμετροι- παράγοντες εκείνοι που επηρεάζουν την χωροθέτηση των αιολικών πάρκων και οι οποίοι διακρίνονται σε περιβαλλοντικούς αλλά και υποκειμενικούς παράγοντες, που έχουν κα κάνουν με τις απόψεις των τοπικών κοινοτήτων.
Το 3ο κεφάλαιο αφορά στη χωροταξική εκτίμηση του έργου στη Λήμνο και την αξιολόγηση της χωροθέτησης των Α/Γ. Αρχικά, έγινε έλεγχος στην πληρότητα των κριτηρίων ως προς τη νομιμοποίηση του περιεχομένου τους. Σημειώνεται, ότι στη συλλογή στοιχείων δεν υπήρξε η κατάλληλη πληρότητα, λόγω έλλειψης των απαραίτητων δεδομένων. Εν συνεχεία, ακολουθήθηκε η μέθοδος σχεδιασμού χαρτών (με χρήση των Γ.Σ.Π.), βάσει έξι (6) συγκεκριμένων νομοθετικών κριτηρίων (αναφέρονται λεπτομερώς στο ανάλογο κείμενο). Από τους εξαγόμενους χάρτες προκύπτουν οι κατάλληλες, αλλά και οι ακατάλληλες περιοχές χωροθέτησης των αιολικών πάρκων. Επιπροσθέτως, δίνεται έμφαση σε δύο βασικά σενάρια: Το πρώτο απαγορεύει τη χωροθέτηση Α/Γ εντός περιοχών NATURA, ενώ το δεύτερο τις επιτρέπει. Δύο επιπλέον κριτήρια υψηλής σημαντικότητας που χρησιμοποιήθηκαν, ήταν «η ανάλυση ορατότητας» και «το επίπεδο θορύβου», ως επιπρόσθετοι χάρτες.
Στο 4ο μέρος της εργασίας αξιολογούνται τα αποτελέσματα των χαρτών με τη πολύ-λειτουργική φύση του τοπίου της Λήμνου. Παρουσιάζονται σε χάρτες όλα τα κριτήρια για τα οποία βρέθηκαν στοιχεία και παρουσιάζονται οι περιοχές που
x
πληρούν τα κριτήρια της νομοθεσίας όσο και εκείνες των υποκειμενικών παραγόντων του θορύβου και της οπτικής όχλησης.
Στο 5ο μέρος της εργασίας, γίνεται προσπάθεια καταγραφής των συμπερασμάτων που προέκυψαν από την μεθοδολογία και συγκεκριμένα από τα κριτήρια και τους χάρτες που παράχθηκαν. Σε δεύτερο βήμα παρουσιάστηκαν τα προβλήματα που αντιμετωπίστηκαν και τα κριτήρια- παράγοντες που θα έπρεπε να εντοπιστούν ώστε το συμπέρασμα να είναι ακόμα πιο αντιπροσωπευτικό. Προτείνεται η λύση της ανάπτυξης ενός διαχειριστικού σχεδίου με τις οδηγίες- κατευθύνσεις των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών για τις προστατευόμενες περιοχές λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων την κοινή γνώμη και την διαβούλευση ως τον πλέον σημαντικό τρόπο σχεδιασμού και ανάπτυξης της περιοχής μελέτης.