Διερεύνηση των γνώσεων γυναικών σχετικά με την πρόληψη της οστεοπόρωσης
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2014-07-10Συγγραφέας
Στυλιανού, Ανδρούλα
Ταμανά, Παναγιώτα
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Εισαγωγή: Η οστεοπόρωση είναι η πιο συχνή ασθένεια των οστών και αποτελεί ζήτημα υψίστης σημασίας για τη δημόσια υγεία αφενός λόγω των σοβαρών επιπτώσεων στην ποιότητα ζωής των ασθενών και αφετέρου λόγω των οικονομικών επιβαρύνσεων στα συστήματα υγείας. Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία, ο αριθμός των ατόμων με χαμηλή οστική πυκνότητα ή οστεοπόρωση είναι ιδιαίτερα υψηλός με το ποσοστό επίπτωσης της νόσου να αυξάνεται ραγδαία τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες ως αποτέλεσμα της γήρανσης του πληθυσμού.
Σκοπός: Να προσδιοριστεί το επίπεδο γνώσεων των Κύπριων γυναικών σε σχέση με την οστεοπόρωση και ειδικότερα να αναγνωριστούν και να αξιολογηθούν οι παράμετροι που συμβάλουν στον επιπολασμό της νόσου.
Δείγμα και Μεθοδολογία: Ο τύπος της έρευνας που χρησιμοποιήθηκε είναι η περιγραφική ποσοτική μελέτη και δείγμα αποτέλεσαν 400 μητέρες των προπτυχιακών φοιτητών του Τμήματος Νοσηλευτικής του Πανεπιστημίου της Κύπρου και 125 γυναίκες μέλη του Παγκύπριου Συνδέσμου κατά της Οστεοπόρωσης και των Μυοσκελετικών Παθήσεων. Τα κριτήρια επιλογής του δείγματος ήταν γυναίκες άνω των 40 ετών και μόνιμοι κάτοικοι της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η συμμετοχή στην έρευνα ήταν εθελοντική και ο χρόνος συλλογής των δεδομένων διήρκησε δύο μήνες. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη χρήση του ερωτηματολογίου OPQ (Osteoporosis Patient Questionnaire) μεταφρασμένο στην Ελληνική γλώσσα με βάση τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες και περιελάμβανε διαγλωσσική μετάφραση προς δύο κατευθύνσεις και πολιτισμική προσαρμογή. Η αξιοπιστία της Ελληνικής έκδοσης του OPQ ελέγχθηκε με τη μέθοδο Kuder-Richardson 20 και βρέθηκε 0.822. Η στατιστική ανάλυση έγινε με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSSv20.
Αποτελέσματα: Η μέση βαθμολογία του OPQ ήταν 0.36 (Τ.Α.=5.53) με ελάχιστη βαθμολογία -16 και μέγιστη +16 (εύρος κλίμακας από -20 μέχρι +20). Συγκεκριμένα, η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι αν και η πλειοψηφία των γυναικών γνώριζαν για την έννοια και τον ορισμό της οστεοπόρωσης εντούτοις 59.6% των ερωτηθέντων δεν γνώριζαν ότι τα οστά είναι δυνατότερα στην ηλικία μεταξύ των 20 και 50 ετών, 44.9% δεν γνώριζαν ότι οι γυναίκες είναι πιο ευπαθείς να αναπτύξουν οστεοπόρωση από ότι οι άντρες και το 84.4% δεν γνώριζαν ότι οι γυναίκες ηλικίας 60 ετών και άνω έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν οστεοπόρωση. Όσον αφορά τους παράγοντες κινδύνου, η υπερβολική λήψη αλκοόλ (66.8%), η υπερβολική δίαιτα (67.8%) και η κληρονομικότητα (63.1%) αναγνωρίστηκαν σωστά από τις περισσότερες γυναίκες, ενώ αντίθετα η εμμηνόπαυση και ο υπερθυρεοειδισμός προσδιορίστηκαν ως αιτία κινδύνου από ένα μικρό ποσοστό (22.2% και 20.4% αντιστοίχως). Αξιοσημείωτο θεωρείται επίσης ότι η πλειοψηφία των γυναικών (73%) δεν γνώριζε ότι ο χαμηλός πόνος στην πλάτη και η απώλεια ύψους αποτελούν συμπτώματα της οστεοπόρωσης και μόνο ένας πάρα πολύ μικρός αριθμός γυναικών (9.3%, n=31) γνώριζαν ότι όταν συντελεστεί κάταγμα οι πιθανότητες για περαιτέρω κατάγματα αυξάνονται. Παράλληλα, από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προέκυψε ότι οι γνώσεις των Κυπρίων γυναικών για τις ενδείξεις και αντενδείξεις της θεραπείας ορμονικής αντικατάστασης και για τη σημασία της άσκησης υψηλής έντασης για την υγεία των οστών ήταν πολύ περιορισμένες.
Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής καταδεικνύουν ότι το εύρος γνώσεων των γυναικών για την οστεοπόρωση είναι πολύ χαμηλό και αντανακλούν στην ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος και εφαρμογής προγραμμάτων αγωγής υγείας και πρόληψης. Έρευνες καταδεικνύουν ότι η εφαρμογή εκπαιδευτικών και συμπεριφοριστικών προγραμμάτων πρόληψης που περιλαμβάνουν περισσότερες από ένα είδος παρέμβασης π.χ. εκπαίδευση σε συνδυασμό με αυτοδιαχείριση καθώς επίσης και η χρήση στρατηγικών που επηρεάζουν τις πεποιθήσεις και τις στάσεις για την υγεία, αυξάνουν τις γνώσεις των ατόμων και οδηγούν σε αλλαγές στον τρόπο ζωής. Ο ρόλος του νοσηλευτή στην εκτέλεση και υλοποίηση των προγραμμάτων πρόληψης είναι πρωταγωνιστικός, συνεπώς οι νοσηλευτές αποτελούν το κλειδί για την προληπτική και θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου.