Οι πρόσφατες για την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο πλαίσιο της επιτροπής της Βασιλείας, του ΔΝΤ και του G20. Αξιολόγηση της εποπτικής λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, υπό το πρίσμα της κριτικής αντιμετώπισης των θεμάτων της διασφάλισης ρευστότητας, της διαχείρισης των κινδύνων και της αντιμετώπισης των χρηματοπιστωτικών κρίσεων
Abstract
Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική και δημοσιονομική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2007 και έπειτα, έφερε στην επιφάνεια τις μεγάλες αδυναμίες και ατέλειες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η ‘ασυδοσία’ κατά την πιστωτική επέκταση και η υπερβολική μόχλευση των τραπεζών, η αδυναμία εποπτείας και η απουσία βούλησης για επαρκή έλεγχο από τις εθνικές ή ενωσιακές αρχές, η μη ορθή αξιολόγηση των κινδύνων αλλά και η απουσία μηχανισμών εταιρικής διακυβέρνησης. Συνδυασμένες με αναξιόπιστες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, την απουσία αξιόπιστων λογιστικών συστημάτων και μεθόδων υπολογισμού κεφαλαιακής επάρκειας. Δημιούργησαν το κατάλληλο και ταυτόχρονα εκρηκτικό υπόβαθρο αλλά και τις προϋποθέσεις εμφάνισης της κρίσης με τις γνωστές πλέον οδυνηρές συνέπειες, ειδικά μετά την μετατροπή της κρίσης από χρηματοπιστωτική σε δημοσιονομική.
Η εκδήλωση μιας κρίσης τέτοιας έκτασης και σοβαρότητας δεν θα μπορούσε να μην επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού τομέα. Έχει γίνει πλέον αντιληπτό σε παγκόσμιο επίπεδο ότι απαιτείται μια ολοκληρωμένη και συντονισμένη προσπάθεια για την προσαρμογή και εξασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Οι πρόσφατες προτάσεις του Δ.Ν.Τ και των μελών του G-20, αλλά κυρίως η διαμόρφωση των συμφωνιών στα πλαίσια της επιτροπής της Βασιλείας, βρίσκονται στην κατεύθυνση της αναθεώρησης του υφιστάμενου κανονιστικού πλαισίου εστιάζοντας σε νέους τομείς όπως αυτός της μακροπροληπτικής εποπτείας αλλά και της ενδυνάμωσης των υφιστάμενων κανόνων σε επίπεδο μικροπροληπτικής εποπτείας.
Με την εκπόνηση της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα γίνει μια προσπάθεια προσέγγισης του υφιστάμενου ρυθμιστικού πλαισίου λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στα πλαίσια της αντιμετώπισης των κινδύνων. Θα γίνει μια ερμηνευτική προσπάθεια των αιτίων που μας οδήγησαν στην δημιουργία και την εφαρμογή του νέου πλαισίου κανόνων όπως αυτές προτείνονται, τροποποιήθηκαν και τίθενται σε εφαρμογή σύντομα, μετά τις προτάσεις της Βασιλείας ΙΙΙ. Σε τελικό στάδιο θα εξεταστεί, υπό κριτικό πρίσμα, η επάρκεια των νέων κανόνων και των νέων προτάσεων. Θα διερευνηθούν οι επιπτώσεις που αναμένεται να επιφέρουν αυτοί οι νέοι κανόνες στον τρόπο λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος συνολικά αλλά και τις αναμενόμενες επιδράσεις στην παγκόσμια οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό θα εξεταστούν οι επιπτώσεις του νέου κανονιστικού πλαισίου και στον τρόπο λειτουργίας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος κατά τα επόμενα χρόνια, λαμβάνοντας μάλιστα υπ’ όψιν και την παρούσα άσχημη οικονομική συγκυρία που διέρχεται η χώρα μας.
Η εμπειρική μελέτη επικεντρώθηκε στις επιπτώσεις των νέων κεφαλαιακών απαιτήσεων στην παραγωγή και την ευημερία με την χρήση διεθνών μοντέλων και υπολογισμούς της Κεντρικής Τράπεζας της Γαλλίας. Η παρούσα εκπόνηση θα καταδείξει με έμφαση ότι για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα το πρόσφατα διαμορφούμενο εποπτικό πλαίσιο και οι εξορθολογήσεις στον τρόπο λειτουργίας τους δεν θα είναι χωρίς κόστος για τα ίδια, τους πελάτες αλλά και τους μετόχους τους.
Κλείνοντας την παρούσα διατριβή θα οδηγηθούμε τόσο σε σφαιρικά και κριτικά συμπεράσματα, όσο και σε προτάσεις αναφορικά με το νέο πλαίσιο κανόνων εποπτείας που έθεσε η Βασιλεία ΙΙΙ. Οι επιπτώσεις των οποίων όταν αρχίσει και η γενικευμένη εφαρμογή τους από το 2013, αναμένεται να επηρεάσει την πορεία της παγκόσμιας πραγματικής οικονομίας, τα επίπεδα ανάπτυξης των κρατών αλλά και την ευημερία των ίδιων των πολιτών τους.