Η "οικογενειακή επιβάρυνση" μελών των οικογενειών που φροντίζουν άτομα με σχιζοφρένεια
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2011-08-01Συγγραφέας
Αργυρού, Αναστασία
Χατζηοδυσσέως, Κυριάκος
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Εισαγωγή: Τα τελευταία χρόνια η μεταχείριση των ψυχικά ασθενών έχει αλλάξει προς το καλύτερο με την παροχή φροντίδας υγείας στη κοινότητα και την επανένταξή τους σε αυτή. Η αλλαγή αυτή μετατόπισε και μέρος των ευθυνών στις οικογένειες που ενεργούν ως η πρώτη γραμμή για τη φροντίδα των μελών τους γι’ αυτό και αντιμετωπίζουν αρκετά προβλήματα. Είναι έκδηλο ότι η τάση για την προσφορά κοινοτικής φροντίδας στους ψυχικά ασθενείς επιβαρύνει τους παροχείς της πρωτοβάθμιας φροντίδας και πολύ περισσότερο τις οικογένειες.
Σκοπός: Ο σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση του βαθμού της επιβάρυνσης που υφίστανται οι οικογένειες που φροντίζουν μέλη τους με σχιζοφρένεια και ο εντοπισμός των παραγόντων που την επηρεάζουν.
Δείγμα: Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 127 μέλη οικογενειών που φρόντιζαν άτομα με σχιζοφρένεια και παρακολουθούνται από τους Κοινοτικούς Νοσηλευτές Ψυχικής Υγείας (ΚΝΨΥ), που εργάζονται στα Κοινοτικά Κέντρα Ψυχικής Υγείας του Α’ και Β’ Τομέα Λευκωσίας και έχουν περιοχές ευθύνης τις αστικές και αγροτικές περιοχές της επαρχίας Λευκωσίας.
Μεθοδολογία: Για την εκτίμηση της επιβάρυνσης των µελών οικογενειών ατόμων με σχιζοφρένεια, χρησιμοποιήθηκε το Ερωτηματολόγιο Αξιολόγησης Συµµετοχής (Involvement Evaluation Questionnaire), το οποίο έχει μεταφραστεί στην ελληνική γλώσσα και σταθμίστηκε στην Ελλάδα. Η στατιστική επεξεργασία και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS version 16. Για την εκτίμηση των συνεπειών από τη φροντίδα ατόμων με σχιζοφρένεια και την πιθανή συσχέτιση τους µε κοινωνικο-δημογραφικά και άλλα χαρακτηριστικά του δείγματος, δημιουργήθηκαν πέντε μεταβλητές: ένταση, επίβλεψη, ανησυχία, προτροπή και συνολική επιβάρυνση.
Αποτελέσματα: Η πλειονότητα των φροντιστών (68.5%) ήταν έγγαμοι, με μέσο όρο ηλικίας 59.17 έτη και κυρίως γυναίκες (77%). Επίσης, το 78% των φροντιστών συγκατοικούσαν με τα άτομα με σχιζοφρένεια και οι μισοί ήταν γονείς. Η πλειοψηφία των φροντιστών (74.6%) είχαν εισόδημα από 500€μηνιαίως μέχρι 1400€. Οι πιο κοινές ανησυχίες των συγγενών αφορούσαν στην υγεία, στο μέλλον, και στην ασφάλεια του ατόμου με σχιζοφρένεια. Δε βρέθηκε στατιστικώς σημαντική συσχέτιση μεταξύ ηλικίας του φροντιστή και συνολικής επιβάρυνσης (Pearson r= -0.029 p= 0.748), φύλου (t=0.439 p=0.661), μορφωτικού επιπέδου (F=1.036 p=0.379), σχέσης με το άτομο με σχιζοφρένεια (F=0.342 p=0.795), οικονομικής κατάστασης (F=1.692 p=0.129) ή χρονικής διάρκειας της νόσου (F=1.159 p=0.287). Βρέθηκε ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τις ώρες εβδομαδιαίας προσωπικής επαφής (F=2.573 p=0.030), αφού ο χρόνος που αφιερώνει ο φροντιστής συνδέεται άμεσα με τη συγκατοίκηση. Επίσης, φάνηκε ότι το 69.1% βιώνουν αρκετά μεγάλο ως μεγάλο φορτίο.
Συμπέρασμα: Μέσα από τη μελέτη μας έχει διαπιστωθεί ότι και στην Κύπρο οι συγγενείς/φροντιστές ατόμων με σχιζοφρένεια υφίστανται μεγάλη επιβάρυνση, η οποία όμως δεν επηρεάζεται σημαντικά από κοινωνικό-δημογραφικούς παράγοντες, ευρήματα που συμφωνούν με αρκετές διεθνείς μελέτες. Τα πορίσματα ρίχνουν φως στις συνέπειες της οικογενειακής επιβάρυνσης, με τρόπο που συμβάλει στη διαμόρφωση πολιτικών για τη διαχείρισή της.