Ποιότητα ζωής σε ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (Χ.Α.Π)
Προβολή/ Άνοιγμα
Ημερομηνία
2011-07-29Συγγραφέας
Τσαβλής, Δρόσος Α.
Μεταδεδομένα
Εμφάνιση πλήρους εγγραφήςΕπιτομή
Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια προοδευτικά επιδεινούμενη νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από βασανιστική δύσπνοια, ελάττωση της εκπνευστικής ικανότητας του ασθενή, αναπνευστική ανεπάρκεια και πολλές εξάρσεις, που με τη σειρά τους μπορούν να οδηγήσουν σε πολλαπλές νοσηλείες σε νοσοκομείο ή μονάδα εντατικής θεραπείας. Πρόκειται για μία νοσολογική οντότητα, η οποία οδηγεί στη σταδιακή έκπτωση της αναπνευστικής λειτουργίας με συνοδό αύξηση του άγχους και της ανησυχίας από πλευράς ασθενών, την εξάρτησή τους από τους συγγενείς, τους γιατρούς και τα φάρμακα, και τελικό αποτέλεσμα, αν όχι το θάνατο, την ελάττωση της ποιότητας ζωής τους, την περιθωριοποίηση και το μαρασμό τους.
Η ποιότητα ζωής και ιδιαίτερα η Σχετιζόμενη με την Υγεία Ποιότητα Ζωής (ΣΥΠΖ) είναι μία έννοια πολύ μελετημένη τελευταία, όχι μόνο στη ΧΑΠ, αλλά και σε πάρα πολλά άλλα χρόνια νοσήματα. Πρόκειται για ένα μίγμα σωματικών, ψυχολογικών, κοινωνικών και επαγγελματικών παραγόντων, που φέρουν τη σφραγίδα του ασθενή, ο οποίος αντιλαμβάνεται τελείως υποκειμενικά την κατάσταση της υγείας του. Είναι δηλαδή μία έννοια άκρως εξατομικευμένη, η οποία σημαίνει διαφορετικά πράγματα για διαφορετικά πρόσωπα. Αν λοιπόν ο γιατρός θέλει να έχει μία σφαιρική εικόνα της κατάστασης της υγείας του ασθενή θα πρέπει να συνυπολογίσει στα αντικειμενικά ιατρικά ευρήματά του, και το πώς βλέπει ο ίδιος ο ασθενής την ποιότητα της ζωής του. Αυτή η παράμετρος μπορεί να προσδιοριστεί ποσοτικά με τη χρήση εργαλείων μέτρησης της ποιότητας ζωής, όπως είναι τα ερωτηματολόγια γενικής υγείας ή τα εξειδικευμένα για κάποια νόσο αντίστοιχα ερωτηματολόγια.
Ο σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να διαπιστωθεί η συσχέτιση που πιθανώς υπάρχει ανάμεσα στα αντικειμενικά εργαστηριακά στοιχεία που αφορούν στην υγεία των ασθενών με ΧΑΠ, και στην υποκειμενική αντίληψη της νόσου και της ποιότητας ζωής τους από τους ίδιους τους ασθενείς. Βασικός στόχος ήταν να φανεί αν συμβαδίζουν αυτοί οι δύο παράγοντες και αν υφίστανται αντίστοιχες μεταβολές στη διάρκεια του χρόνου μετά από κάποια θεραπευτική παρέμβαση.
Μελετήθηκαν 100 ασθενείς με ΧΑΠ, οι οποίοι συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο γενικής υγείας SF-36 και το εξειδικευμένο για τη ΧΑΠ ερωτηματολόγιο St. George’s (SGRQ) και ταξινομήθηκαν σε τέσσερις ομάδες (τέσσερα στάδια της ΧΑΠ κατά GOLD) με βάση τη σπιρομετρική τους απόδοση (FEV1%) κατά την πρώτη συνεδρία της έρευνας. Μετά από 6 μήνες, και αφού ακολούθησαν συγκεκριμένη αγωγή ανά ομάδα, προσήλθαν για επανεξέταση με νέα σπιρομέτρηση και συμπλήρωση των δύο ερωτηματολογίων. Το ίδιο συνέβη και με 20 μάρτυρες οι οποίοι δεν έλαβαν απολύτως καμία αγωγή.
Προέκυψε ότι υπήρξε άμεση συσχέτιση των τιμών του FEV1% με τα score των ερωτηματολογίων μέτρησης της ποιότητας ζωής σε όλες τις ομάδες μελέτης και κατά τις δύο συνεδρίες. Μετά τη θεραπευτική παρέμβαση παρατηρήθηκε παντού βελτίωση των τιμών του FEV1% με αντίστοιχες μεταβολές στη βαθμολογία του ερωτηματολογίου SGRQ και του ερωτηματολογίου SF-36, όμως στατιστικώς σημαντικές διαφορές προέκυψαν μόνο σε δύο ομάδες ασθενών, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η φαρμακευτική αγωγή που έλαβαν οι άλλες δύο ομάδες.
Με την παρούσα μελέτη επιβεβαιώθηκε το γεγονός ότι η υποκειμενική αντίληψη της ΧΑΠ από τους ασθενείς είναι σε πλήρη αντιστοιχία με τα αντικειμενικά ευρήματα που χαρακτηρίζουν την πορεία της, και άρα τα ερωτηματολόγια που χρησιμοποιήθηκαν για τη μέτρηση της ποιότητας ζωής είναι πραγματικά αξιόπιστα και καταγράφουν με ακρίβεια τις μεταβολές της.